Η μη-βέλτιστη θερμοκρασία του περιβάλλοντος επηρεάζει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο, χωρίς να είναι γνωστό πώς επιδρά σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο. Στην παρούσα ανάλυση αξιολογήθηκαν δεδομένα από καταγραφή των καρδιαγγειακών θανάτων και της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος σε 32 χώρες και εκτιμήθηκαν χωρικές και χρονικές παράμετροι. Συνολικά, 1.801.513 θάνατοι ανά έτος αποδόθηκαν σε μη-ιδανικές συνθήκες θερμοκρασίας, ποσοστό 8,86% της συνολικής καρδιαγγειακής θνητότητας, που αναλογεί σε 26 θανάτους ανά 100.000 άτομα. Ποσοστό 8,2% των θανάτων αποδόθηκε σε έντονο κρύο ενώ 0,66% σε υπερβολική ζέστη του περιβάλλοντος. Υπήρχε σημαντική ετερογένεια ανάμεσα στις διάφορες γεωγραφικές περιοχές με τα μεγαλύτερα ποσοστά θνητότητας να καταγράφονται στην Κεντρική Ασία και στην Ανατολική Ευρώπη. Από το 2000 έως το 2019 σημειώθηκε μείωση των θανάτων που αποδόθηκαν στις χαμηλές θερμοκρασίες ενώ αντίθετα αυξήθηκαν οι θάνατοι που σχετίζονταν με αυξημένη θερμοκρασία περιβάλλοντος, οδηγώντας συνολικά σε μείωση της θνητότητας σχετιζόμενης με τη θερμοκρασία περιβάλλοντος. Οι ερευνητές συμπεραίνουν ότι η μη-ιδανική θερμοκρασία περιβάλλοντος συμβάλει σημαντικά στην καρδιαγγειακή θνητότητα εμφανίζοντας ετερογένεια στο χώρο και στο χρόνο.
Άρθρο:
(Hundessa S, Huang W, Zhao Q, et al. J Am Coll Cardiol. 2024;83:2276-2287)
Επιμέλεια:
Χ. Μιχαλακέας, Καρδιολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών,
Επιστημονικός Συνεργάτης Β’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής,
Π.Γ.Ν.«Αττικόν»
Λ. Ραλλίδης, Καθηγητής Καρδιολογίας,
Β΄ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική,
Π.Γ.Ν. «Αττικόν»
Πηγή: https://eelia.gr/