Τι αναφέρεται σε έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης. Τι δείχνει η σύγκριση μεταξύ 41 χωρών. Ποιος είναι ο ρόλος του ΕΣΥ.
Ρεκόρ υπερβάλλουσας θνητότητας καταγράφηκε πέρυσι στην Ελλάδα. Ενώ οι απώλειες από τον κορωνοϊό εμφάνιζαν αποκλιμάκωση διεθνώς, η χώρα μας βρέθηκε σε μία από τις υψηλότερες θέσεις παγκοσμίως.
Το μέσο ποσοστό απωλειών λόγω CoViD υποχώρησε στο 5% στις χώρες του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), αλλά στην Ελλάδα ήταν υπερδιπλάσιο (12%), πλήττοντας κυρίως άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω.
Τα παραπάνω προκύπτουν, μεταξύ άλλων, από έκθεση του ΟΟΣΑ, με τίτλο “Εξετάζοντας τις πρόσφατες τάσεις στη θνητότητα: Η επίπτωση των δημογραφικών αλλαγών“, η οποία παρατίθεται πιο κάτω.
Οι συντάκτες της έκθεσης εξηγούν πως η υπερβάλλουσα θνητότητα αναφέρεται στη διαφορά μεταξύ του παρατηρούμενου αριθμού θανάτων για μια καθορισμένη περίοδο, σε σύγκριση με εκτίμηση των αναμενόμενων αριθμών θανάτων για την ίδια περίοδο.
Ο δείκτης θεωρείται σημαντικός και ευρέως χρησιμοποιούμενο μέτρο κατανόησης των επιπτώσεων γεγονότων, όπως ο καύσωνας ή επιδημίες γρίπης και πρόσφατα CoViD.
Όπως αναφέρουν, το θέμα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον κατά τη διάρκεια της πανδημίας, στην οποία καταγράφονταν ετησίως περίπου 2 εκατομμύρια θάνατοι σε παγκόσμια κλίμακα. Από την αρχή της πανδημίας, στην Ελλάδα, ο αριθμός των απωλειών έφτασε τις 38.000.
Οι εκστρατείες εμβολιασμού μείωσαν τον κίνδυνο σοβαρής ασθένειας και θανάτου. Από τις αρχές του 2022, οι θάνατοι ασθενών με CoViD να αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το 5% των συνολικών θανάτων.
Μία σειρά παραγόντων, όπως ο καύσωνας, η επιστροφή της εποχικής γρίπης και των λοιμώξεων του αναπνευστικού διατήρησαν τη θνητότητα σε υψηλά επίπεδα σε ορισμένες χώρες, όπως η Ελλάδα.
Μερικές από τις πιο καυτές και παρατεταμένες υψηλές θερμοκρασίες που παρατηρήθηκαν στην Ευρώπη, προκάλεσαν σημαντικές βλάβες στην ανθρώπινη υγεία με το θερμικό στρες που επιδεινώνει τις χρόνιες παθήσεις, συμπεριλαμβανομένων των καρδιαγγειακών, αναπνευστικών, καρδιαγγειακών παθήσεων και τον διαβήτη.
Υπολογίζεται ότι περισσότεροι από 60.000 θάνατοι λόγω ζέστης σημειώθηκαν στην Ευρώπη μεταξύ 30 Μαΐου και 4 Σεπτεμβρίου 2022. Στην Ελλάδα, χάθηκαν τον περασμένο Ιούλιο σχεδόν 3.000 άνθρωποι εξαιτίας του καύσωνα.
Ποσοστό αύξησης θανάτων σε σύγκριση με το διάστημα 2015 – 2019
Τι έγινε στην Ελλάδα
Όπως φαίνεται στο πιο πάνω γράφημα, η Ελλάδα βρέθηκε στην έκτη υψηλότερη θέση μεταξύ των 41 χωρών – μελών του ΟΟΣΑ, έπειτα από το Μεξικό, την Κολομβία, τη Βουλγαρία και τις ΗΠΑ.
Σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης, κατά το πρώτο έτος της πανδημίας, η Νορβηγία, η Δανία, η Ισλανδία και η Φινλανδία παρουσίασαν χαμηλότερη θνησιμότητα, παρά τις διαφορετικές προσεγγίσεις σε θέματα, όπως το lockdown. Η Σλοβακία είχε, επίσης, μικρές απώλειες το 2020, σημειώνοντας όμως αύξηση κατά 20% το 2021.
Μεγάλη αύξηση της θνητότητας, από 12% έως 20%, καταγράφηκε σε χώρες της Βαλτικής, στην Ελλάδα και στην Τουρκία.
Η θνητότητα μειώθηκε σημαντικά το 2022 στις χώρες του ΟΟΣΑ, χάρη στην συνεχιζόμενη ανάπτυξη προγραμμάτων μαζικού εμβολιασμού και την εμφάνιση λιγότερο θανατηρόρων παραλλαγών του κορωνοϊού.
Η Ελλάδα σημείωσε την υψηλότερη αύξηση της θνησιμότητας, με αύξηση πάνω από 12%, λόγω του υψηλού ακόμη αριθμού θανάτων που αναφέρθηκαν από την CoViD κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους, αλλά και βλέποντας κορύφωση θανάτων κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, πιθανώς λόγω του υπερβολικού καύσωνα.
Οι περισσότεροι θάνατοι καταγράφηκαν στις ηλικίες άνω των 65 ετών. Χώρες με μεγάλο πληθυσμό ηλικιωμένων, όπως η Ελλάδα, η Πολωνία και η Λιθουανία, εμφάνισαν υψηλή αύξηση στη θνητότητα στη συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα.
Αν και στις περισσότερες χώρες, οι θάνατοι εμφάνισαν αποκλιμάκωση το 2022, η Ελλάδα αποτέλεσε εξαίρεση, πιθανώς λόγω ζέστης και άλλων λοιμώξεων του αναπνευστικού. Το ίδιο συνέβη σε χώρες, όπως η Γερμανία και η Φινλανδία.
Εξαίρεση αποτέλεσε η Σουηδία, η οποία είχε βρεθεί στο προσκήνιο λόγω των πολλών θανάτων στην πρώτη φάση της πανδημίας, εμφανίζοντας μείωση το 2021 και το 2022.
Ο ρόλος του ΕΣΥ
Οι ειδικοί του ΟΟΣΑ σχολιάζουν πως τα ανθεκτικά συστήματα Υγείας μπορούν να αντιμετωπίσουν σύνθετες απειλές, όπως οι καύσωνες και οι λοιμώξεις του αναπνευστικού, περιορίζοντας το κόστος της ανάρρωσης.
Όπως σημειώνουν, τα συστήματα Υγείας που είχαν πριν από την πανδημία καλύτερη πρόσβαση σε ποιοτική υγειονομική περίθαλψη, είχαν καλύτερη επίδοση κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Η παρατήρηση αυτή επιβεβαιώθηκε από την ανάλυση που διενήργησαν στο πλαίσιο της πανδημίας, η οποία έδειξε πως η πρόσβαση στα συστήματα και η ικανότητα του εργατικού δυναμικού παρέμειναν κρίσιμοι παράγοντες και με την παρουσία του κορωνοϊού.