«Εδώ στα Πανεπιστήμια, τα παιδιά μόλις τελειώνουν τα μαθήματα, βιάζονται να φύγουν, όπως κι εμείς», τονίζει η καθηγήτρια Βάσω Κιντή
Είναι απόγευμα Πέμπτης, την ηρεμία στο χώρο της κεντρικής εισόδου του Πανεπιστημίου Αθηνών στου Ζωγράφου την διακόπτουν μόνο μερικά αυτοκίνητα. Για να φτάσω στο γραφείο της Βάσως Κιντή περνάω από ένα στενό σοκάκι που το τυλίγει μια άγρια βλάστηση.
Το κτίριο όπου στεγάζονται τα γραφεία των καθηγητών είναι καλυμμένο από γκραφίτι, μέσα ο χώρος είναι σκοτεινός. Διασχίζω ένα διάδρομο και βρίσκω το γραφείο της καθηγήτριας Φιλοσοφίας. Με καλωσορίζει και φοράει τη μάσκα της.
Έχω φτάσει για να μιλήσουμε για την κατάσταση στα Πανεπιστήμια, με φόντο τα πρόσφατα βίαια περιστατικά, αλλά και το γεγονός ότι άρχισε η εκπαίδευση του ειδικού σώματος της ΕΛ.ΑΣ που θα στελεχώσει τη φύλαξη των Πανεπιστημίων.
Η κ. Κιντή είναι μια θαρραλέα γυναίκα που δεν διστάζει να πει την άποψη της, ακόμα κι όταν η περιρρέουσα ατμόσφαιρα δεν το ευνοεί.
Κυρία Κιντή, καλησπέρα σας. Διάβασα προσφάτως ένα άρθρο σας, στο οποίο περιγράφετε την κατάσταση στα ελληνικά Πανεπιστήμια με τον τίτλο «Ούτε στη Σομαλία…». Τώρα που ήρθα στο γραφείο σας, να νιώσω ότι είμαι στην Σομαλία;
Αυτή η αγωνία για το πώς είναι τα ελληνικά Πανεπιστήμια υπάρχει πολλά χρόνια, δεν είναι καινούργιο. Απλώς αυτά που συμβαίνουν δεν μπορούμε να φανταστούμε πού αλλού μπορούν να συμβούν. Έχουμε πάει σε πάρα πολλά πανεπιστήμια, σε πάρα πολλά μέρη του κόσμου, στην Αφρική, την Ασία, την Ευρώπη, την Αμερική, την Λατινική Αμερική, στα Βαλκάνια, πουθενά δεν υπάρχει αυτή η εικόνα – κατά κυριολεξία η εικόνα, δηλαδή να βλέπεις αυτό το γκραφίτι παντού, τις αφίσες παντού, μπάζα μέσα στα Πανεπιστήμια, δεν υπάρχει αυτή η εικόνα πουθενά. Τα πανεπιστήμια σε όλον τον κόσμο είναι χώροι που χαίρεσαι να βρίσκεσαι, να κάθεσαι, να συζητάς, να μένεις πολλές ώρες. Εδώ στα Πανεπιστήμια, τα παιδιά μόλις τελειώνουν τα μαθήματα, βιάζονται να φύγουν, όπως κι εμείς.
Φοβούνται;
Ναι, είναι ερημιά και δεν έχεις και να κάνεις κάτι. Είναι αφιλόξενοι χώροι, δεν έχει τίποτα άλλο να κάνεις όταν τελειώσουν τα μαθήματα. Οι βιβλιοθήκες κλείνουν, εκτός από ελάχιστες, διότι δεν υπάρχει το προσωπικό και δεν χρησιμοποιούνται πολύ από τους φοιτητές – ο τρόπος που γίνονται τα μαθήματα, δεν απαιτεί μεγάλη χρήση της βιβλιοθήκης. Τώρα, βέβαια, με την ηλεκτρονική πρόσβαση, έχει μειωθεί παντού η επίσκεψη στις βιβλιοθήκες, γιατί παρά πολλά βιβλία καικείμενα, μπορείς να τα βρεις διαδικτυακά. Στη βιβλιοθήκη, ωστόσο, πηγαίνεις και για να μελετάς, ιδίως αν περνάς ώρες στο Πανεπιστήμιο.
Τι συμβαίνει όμως με το πρόβλημα της βίας, της ανομίας; Υπάρχει η αίσθηση ότι μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις, όποτε θέλεις…
Αυτό αφορά μια μειοψηφία που το κάνει, αλλά αμαυρώνει όλη την εικόνα του πανεπιστημίου. Δημιουργεί αυτά τα αισθήματα αποστροφής και απώθησης για την εικόνα του πανεπιστημίου. Ναι, συμβαίνει αυτό και μπορεί να διακόψει την ακαδημαϊκή διαδικασία ανά πάσα στιγμή. Θυμάμαι, ήμουν επιτηρήτρια σε μάθημα συναδέλφου, πήγα για να γίνει η εξέταση και εμφανίστηκαν άγνωστοι, δεν ήταν φοιτητές, δεν τους ξέραμε, και μας είπαν δεν θα κάνετε την εξέταση. Δεν μας άφησαν να μπούμε στο αμφιθέατρο. ήμασταν εντελώς αδύναμοι για το ο,τιδήποτε. Δεν έγινε η εξέταση και φύγαμε. Όταν ρώτησα, «τι είστε εσείς», μου είπαν «αλληλέγγυοι».
Ακόμα και τώρα, με την πανδημία το φθινόπωρο, που ξεκίνησαν τα δια ζώσης μαθήματα και ήρθαν ειδικοί ελεγκτές για τα πιστοποιητικά εμβολιασμού, σε πολλές σχολές δεν άφηναν κάποιοι φοιτητές να γίνει ο έλεγχος.
Είναι λίγοι αυτοί οι φοιτητές, καταχρώνται την έννοια του φοιτητή. Είναι απαράδεκτα φαινόμενα. Έχετε σκεφτεί ότι στο Πανεπιστήμιο δεν μπορούν να μπουν βουλευτές, υπουργοί, να κάνουν μία ομιλία ή να παρακολουθήσουν; Και αυτό δεν ισχύει μόνο για την κυβέρνηση, ισχύει και για την αντιπολίτευση. Είδατε στον εορτασμό του Πολυτεχνείου τι έγινε. Πουθενά στον κόσμο δεν συμβαίνουν αυτά. Υπάρχουν κάποιοι που θεωρούν ότι το Πανεπιστήμιο είναι ιδιοκτησία τους.
Αυτό πώς ξεκίνησε;
Οι φοιτητές είχαν μεγάλο κύρος μετά τη δικτατορία λόγω του αντιδικτατορικού αγώνα και του Πολυτεχνείου. Μετά τη μεταπολίτευση οι περισσότεροι φοιτητές εντάχθηκαν σε κόμματα – Όταν πήγα στο πανεπιστήμιο το 1975, θυμάμαι ότι ελάχιστοι ήταν αυτοί που δεν ήταν σε πολιτικές και κομματικές οργανώσεις. Τότε ξεκίνησε και η λεγόμενη αποχουντοποίηση.
Αυτό τι σήμαινε;
Σήμαινε ότι συνελεύσεις φοιτητών αποφάσιζαν μόνες τους ποιοι καθηγητές είχαν συνεργαστεί με την χούντα—σε ορισμένες περιπτώσεις αυτό ίσχυε—, αλλά έγινε κατάχρηση και οι φοιτητές αισθάνθηκαν μια ισχύ που οδήγησε σε σχέσεις συναλλαγής με καθηγητές και διοικήσεις των τμημάτων και των σχολών. Οπότε οι φοιτητές ως κομματικοί εκπρόσωποι μπορούσαν να υπαγορεύσουν διάφορα πράγματα στη διοίκηση του πανεπιστημίου.
Και πώς εξελίχθηκε;
Μετά, με τις πρυτανικές εκλογές, όπως είχαν θεσμοθετηθεί, για να βγει κάποιος πρύτανης έπρεπε να έχει την υποστήριξη κομμάτων η οποία εκφραζόταν και με την ψήφο των εκπροσώπων των φοιτητών—διότι μέχρι τον νόμο Διαμαντοπούλου ψήφιζαν οι φοιτητές για στις πρυτανικές εκλογές. Και μάλιστα μέχρι τον νόμο Γιαννάκου νομίζω, ή ίσως λίγο πριν, ψήφιζαν εκπρόσωποι για όλους τους φοιτητές και αυτοί οι εκπρόσωποι ήταν πάντα εκπρόσωποι κομμάτων. Οπότε γινόταν συμφωνία μεταξύ πρυτανικών ψηφοδελτίων και κομμάτων ποιος θα υποστηρίξει ποιον υποψήφιο. Κι έτσι έγινε όλη αυτή η διαπλοκή.
Τι συνέβη, ωστόσο, με τις κομματικές οργανώσεις;
Μετά, οι κομματικές οργανώσεις συρρικνώθηκαν, γιατί συρρικνώθηκαν και οι νεολαίες των κομμάτων, και έμειναν οι ουρές αυτών των πραγμάτων. Μέσω της κομματικοποίησης αποδυναμώθηκαν οι πραγματικοί σύλλογοι, που ήταν σύλλογοι όλων των φοιτητών (υπήρχαν εκπρόσωποι των παρατάξεων, αλλά υπήρχαν σύλλογοι, υπήρχε η ΕΦΕΕ, που παρότι υπήρχε κομματική εκπροσώπηση ήταν κάπως ανεξάρτητη). Σιγά-σιγά αποδυναμώθηκαν οι σύλλογοι τελείως και έμειναν μικρές ομάδες, κυρίως της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, οι οποίες εμφανίζονται ως εκπρόσωποι των φοιτητών, ενώ δεν είναι, στις συνομιλίες και τις συναλλαγές με τις διοικήσεις των Πανεπιστημίων. Αυτές οι ομάδες κάνουν ό,τι θέλουν.
Τι εννοείτε λέγοντας συναλλαγές;
Γίνονται συναλλαγές άλλου τύπου σε σχέση με παλαιά, π.χ., δεν θα μπαίνεις να διαλύεις την σύγκλητο, τη συνέλευση, κλπ και εγώ θα σας δώσω τον τάδε χώρο ή να διαχειρίζεστε το κυλικείο. Όταν τα παρακολουθούσα πιο στενά πριν λίγα χρόνια ήξερα ότι υπήρχαν κυλικεία που τα διαχειρίζονταν φοιτητές από τέτοιες ομάδες. Ο Ρουβίκωνας είχε, δεν ξέρω αν έχει ακόμη, γραφείο-στέκι στη Φιλοσοφική εδώ στην Πανεπιστημιούπολη. Είχε γραφτεί στις εφημερίδες ότι είχαν ώρες γραφείου που το άνοιγαν. Βέβαια, τα περισσότερα τα κάνουν τελείως αυθαίρετα από μόνοι τους. Π.χ., αυτό το στέκι του Βιολογικού στο ΑΠΘ που ήταν κατειλημμένο με το έτσι θέλω επί τόσα χρόνια.
Αν ήμουν ξένος δημοσιογράφος και σας άκουγα τώρα…
Δεν θα καταλαβαίνατε τίποτα. Το έχω δει όταν επιχειρώ να εξηγήσω κάτι από αυτά που συμβαίνουν εδώ σε συναδέλφους από το εξωτερικό. Με κοιτούν με γνήσια απορία και ακατανοησία. Γι’ αυτό αποφεύγω να το κάνω. Και γιατί δεν με καταλαβαίνουν και γιατί δεν θέλω να παρουσιάζω αυτήν την εικόνα των πανεπιστημίων μας. Η συναλλαγή είναι μια μορφή εξευμενισμού, σας δίνω κάτι και δεν θα μας κάνετε φασαρίες. Τα πειθαρχικά δεν λειτουργούν, γιατί οι καθηγητές που πρέπει να στελεχώσουν αυτά τα πειθαρχικά, ή όταν π.χ., γίνεται ΕΔΕ, παραιτούνται συνήθως γιατί φοβούνται. Αν το πειθαρχικό αποφασίσει ότι στον τάδε φοιτητή θα γίνει αναστολή ιδιότητας ή θα διαγραφεί, μετά μπορεί να βρεις τα λάστιχα του αυτοκινήτου σου τρυπημένα. Αυτά έχουν συμβεί. Άλλον καθηγητή στο ΑΠΘ δεν τον άφηναν να βγει από το αυτοκίνητο του. Ή αυτό που έχει γίνει πολλές φορές, να υπάρχει συνεδρίαση και να μην σε αφήνουν να φύγεις, μέχρι να αποφασίσεις αυτό που θέλουν αυτοί να αποφασίσεις να γίνει. Οπότε σου λέει ο άλλος, γιατί να πάω να μπλέξω, δεν πάω, παραιτούμαι κι έτσι δεν γίνονται τα πειθαρχικά, οι ΕΔΕ και τα λοιπά.
Θέλετε να μου δώσετε ένα παράδειγμα;
Nαι, πριν μερικά χρόνια είχε προπηλακιστεί καθηγητής της Σχολής Θετικών Επιστημών εδώ στο ΕΚΠΑ. Πήγε σε ιατροδικαστή, υπέφερε επί μήνες, έκανε μήνυση, οι συνάδελφοί του εκτός από έναν δεν πήγαν να καταθέσουν στην εισαγγελία γι’ αυτό που έγινε και δεν προχώρησε τίποτε ούτε δικαστικά ούτε στο πανεπιστήμιο. Οι καθηγητές φοβούνται, δεν μπορούν να το χειριστούν μόνοι τους και επίσης το υπουργείο δεν εγκαλεί τις πρυτανικές αρχές όταν δεν ανταποκρίνονται στα καθήκοντα που υπαγορεύει η θέση τους. Πέρυσι στην ΑΣΟΕΕ, στο επεισόδιο με τον πρύτανη, υποτίθεται ταυτοποιήθηκαν ποιοι το έκαναν. Τι έγινε με αυτούς; Έχει ασκηθεί δίωξη; Γ γνωρίζει τα ονόματά τους το πανεπιστήμιο; Τα έχει ζητήσει για να κινήσει πειθαρχικές διαδικασίες εφόσον είναι φοιτητές;.
Εσείς προσωπικά πώς νιώθετε; Φοβάστε;
Ναι, βέβαια έχω πάντα το νου μου. Όταν ήμουν στο Συμβούλιο του Πανεπιστημίου Αθηνών και μας έκλεισαν μέσα το καλοκαίρι του 2013 υπήρχε κάποιος που με απείλησε προσωπικά, μου είπε “ξέρω που μένεις κλπ”. Μετά ήρθαν 70 περίπου άτομα να με βρουν στο γραφείο μου. Δεν ήμουν εκεί και με ειδοποίησε ο πρόεδρος του τμήματός μου. Η αστυνομία δεν έκανε τίποτε, δεν έγινε τίποτε. Δεν είναι προβληματικό να έρχεστε στη δουλειά σας, όχι μόνο με την σκέψη της δουλειάς; Γι’ αυτό μας αρέσει όταν πηγαίνουμε στο εξωτερικό με εκπαιδευτικές άδεις. Διότι εκεί είμαστε απερίσπαστοι σε ένα πραγματικά ακαδημαϊκό περιβάλλον. Κάνουμε μόνο την έρευνα μας, δεν έχουμε να σκεφτόμαστε ότι μπορεί κάποιος να μας διακόψει αυθαίρετα το μάθημα. Ούτε έχουμε να σπαταλάμε χρόνο για να πολεμήσουμε διάφορα προβλήματα, ας πούμε, μεθοδεύσεις στο παρασκήνιο που σχετίζονται με ζητήματα π.χ., ευνοιοκρατίας στις εκλογές των καθηγητών.
Είναι λύση η ύπαρξη της αστυνομίας στο Πανεπιστήμιο;
Η αστυνομία είναι η τελευταία μας ευκαιρία. Έχουν δοκιμαστεί τα πάντα και δεν έχουν αποδώσει. Δεν είναι πρωτοφανής λύση, όπως λένε διάφοροι. Υπάρχει στην Αμερική, σε ορισμένα πανεπιστήμια στη Βρετανία (π.χ., το Cambridge) ενώ στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, μπορεί να μην υπάρχει ειδικό πανεπιστημιακό σώμα, αλλά η κανονική αστυνομία δεν έχει κανένα πρόβλημα να κυκλοφορεί μέσα στο Πανεπιστήμιο και να προλαμβάνει ή να καταστέλλει παράνομες πράξεις. Η αστυνομία, το ειδικό σώμα, ελπίζουμε, εφόσον υπάρχει πολιτική βούληση, να είναι αποτελεσματικό ως προς τη βία, τα ακραία φαινόμενα που συναντάμε.
Για τα υπόλοιπα προβλήματα; Τις χρόνιες παθογένειες;
Τα υπόλοιπα προβλήματα θα αντιμετωπιστούν σε ένα βαθμό με μεγαλύτερη αυτονομία στα Πανεπιστήμια – να παίρνουν πρωτοβουλίες για το πώς θα διαχειρίζονται και τα ακαδημαϊκά και τα οικονομικά τους θέματα αλλά να υφίστανται και τις συνέπειες. Δηλαδή μεγαλύτερη αυτονομία αλλά συγχρόνως αυστηρή λογοδοσία που θα έχει επιπτώσεις. Αυτή τη στιγμή γίνεται αξιολόγηση –έχει γίνει στο παρελθόν και γίνεται πάλι- αλλά προς το παρόν δεν υπάρχουν επιπτώσεις. Η μόνη επίπτωση που υπάρχει τώρα–με καινούργιο νόμο- είναι ότι το 20% της κρατικής χρηματοδότησης θα δίνεται στα Πανεπιστήμια με βάση την ανταπόκριση σε κάποιους στόχους που έχει θέσει το ίδιο το Πανεπιστήμιο και έχει συμφωνήσει με την πολιτεία. Αυτό προς το παρόν είναι κάτι, αλλά πιστεύω ότι ειδικά με την χαμηλή χρηματοδότηση που υπάρχει, γιατί έχει μειωθεί πάρα πολύ από την κρίση και μετά, πως δύσκολα θα μειωθεί περαιτέρω η χρηματοδότηση στα Πανεπιστήμια – κάπως θα παρακαμφθεί και αυτό φοβάμαι.
Υπάρχει πολιτική βούληση;
Ελπίζουμε. Πιστεύω πως ξέρουν τα προβλήματα και ο Πρωθυπουργός και το Υπουργείο Παιδείας. Ελπίζω ο νέος νόμος για τα ΑΕΙ, που έχει καθυστερήσει, να τα αντιμετωπίζει. Ήμουν σε αυτή την επιτροπή που έκανε το ίδρυμα Μποδοσάκη για τα πανεπιστήμια και βγάλαμε μία έκθεση για το πανεπιστήμιο του 2030 και είπαν διάφοροι ως μομφή, αλλά εγώ το θεωρώ εύσημο, ότι μοιάζει με το νόμο Διαμαντοπούλου και με την έκθεση Πισσαρίδη για τα Πανεπιστήμια. Μα όποιος σκέφτεται σοβαρά για τα Πανεπιστήμια και έχει μια εμπειρία τι είναι ένα καλό Πανεπιστήμιο, θα καταλήξει περίπου στις ίδιες διαπιστώσεις και στις ίδιες προτάσεις για λύση. Είναι πολλά αυτά που πρέπει να αλλάξουν: π.χ., ο τρόπος που εκλέγονται οι διοικήσεις των Πανεπιστημίων, είτε είναι κοσμήτορες είτε είναι πρυτάνεις. Τώρα εκλέγονται από τα μέλη ΔΕΠ και λογοδοτούν σε αυτούς που τους ψηφίζουν. Αυτό δημιουργεί σχέσεις εξάρτησης σε ολιγομελή όργανα.
Στην έκθεση του ιδρύματος Μποδοσάκη και στον νόμο Διαμαντοπούλου, στην αρχική του μορφή, προβλέπεται οι πρυτάνεις και οι κοσμήτορες να επιλέγονται από τα Συμβούλια του Πανεπιστημίου, ώστε να επιλέγονται άνθρωποι που έχουν, κατά τεκμήριο, αφενός την ικανότητα να διοικήσουν ένα Πανεπιστήμιο και αφετέρου την ανεξαρτησία να εποπτεύουν με αποτελεσματικότητα το τι γίνεται.
Βλέπετε φως στο ορίζοντα;
Παραμένω συγκρατημένα αισιόδοξη. Μπορούν να γίνουν μεταρρυθμίσεις αρκεί να υπάρχει τόλμη και πολιτική βούληση. Έγινε με τον ν. Διαμαντοπούλου. Ψηφίστηκε από τα δύο μεγάλα κόμματα και στη συνέχεια, παρότι άλλαξε κάπως, δημιούργησε μια νέα κατάσταση στα ΑΕΙ. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ είχε αφήσει να συνεχιστεί η εφαρμογή του ν. Διαμαντοπούλου, πιστεύω ότι θα ήμασταν πολύ καλύτερα απ’ ό,τι είμαστε τώρα. Η μεταρρύθμιση αυτή έδειξε ότι μπορεί κάτι να γίνει. Σε ορισμένα πανεπιστήμια μάλιστα λειτούργησε πολύ καλά με την καλή συνεργασία των συμβουλίων με τους πρυτάνεις.
Πιστεύω ότι μπορεί να γίνει και τώρα. Όπως είπα, περιμένουμε τον νέο νόμο. Τελειώνει η θητεία της κυβέρνησης και δεν έχει έρθει ακόμα. Ελπίζω να έρθει και να είναι καλός. Να υιοθετήσει κάποιες από τις προτάσεις που υπήρχαν στο ν. Διαμαντοπούλου και σε αυτό το πόρισμα του ιδρύματος Μποδοσάκη και στην έκθεση Πισσαρίδη. Αυτά τα πορίσματα συμπυκνώνουν τη γνώση που έχουμε για το πώς λειτουργεί ένα καλό Πανεπιστήμιο. Να το κάνουμε και στην Ελλάδα.
Υπάρχει η αίσθηση ότι πολλοί Έλληνες που φεύγουν διαπρέπουν…
Πράγματι, φεύγουν και διαπρέπουν! Αν έμεναν εδώ, αμφιβάλλω αν θα μπορούσαν να επιτύχουν αυτά που επιτυγχάνουν στο εξωτερικό διότι το περιβάλλον εδώ δεν είναι υποστηρικτικό. Εδώ, αυτοί που αριστεύουν, αριστεύουν κόντρα στο σύστημα. Το σύστημα δεν ενδιαφέρεται για τους φοιτητές – είναι λάθος να θεωρούν οι καθηγητές ότι το Πανεπιστήμιο ανήκει σε αυτούς. Ανήκει στον ελληνικό λαό. Οι φοιτητές είναι ο τελευταίος τροχός της αμάξης στα Πανεπιστήμια, ενώ θα έπρεπε να είναι στο κέντρο της προσοχής μας. Συγκινούμαι με τους φοιτητές που βλέπω να έρχονται στα μαθήματα τώρα με την πανδημία, με αυτές τις αντίξοες συνθήκες – όταν τους βλέπω να είναι συγκεντρωμένοι, σοβαροί, να συμμετέχουν, να σημειώνουν. Συγκινούμαι γιατί έτσι γίνεται ωραίο μάθημα, γιατί έτσι θέλεις κι εσύ να γίνεσαι καλύτερη, να τους μεταδίδεις αυτά που ξέρεις και να τους δίνεις τα εφόδια να προχωρήσουν στη ζωή τους.
Το αυτονόητο όμως το χαρακτηρίζετε συγκινητικό, είναι… τρομακτικό.
Ε, ναι… γιατί δεν το έχουμε συχνά αυτό. Πολλές φορές πηγαίνεις σε αμφιθέατρο που είναι σχεδόν άδειο, που ενώ είναι γραμμένοι πάνω από 100 στο μάθημα, εμφανίζονται 15. Μετά χτυπάει κάποιο κινητό, το σηκώνουν, βγαίνουν έξω, μετά ξαναμπαίνουν ή φεύγουν. Κατ’ αρχάς αυτά δεν γίνονται πουθενά στον κόσμο και αποθαρρύνουν κι εσένα. Γιατί να είσαι καλός δάσκαλος όταν οι άλλοι αδιαφορούν για αυτό που λες; Αλλά όταν συμμετέχουν και σε ρωτάνε, όταν διαβάζουν από μόνοι τους κι έρχονται και σου λένε «διάβασα αυτό, εξηγήστε το μου», ή γιατί αυτό που σκέφτομαι είναι αντίθετο με αυτό που λέτε εσείς, προσπαθείς κι εσύ να ανταποκριθείς με τον καλύτερο τρόπο. Κι αν καμιά φορά δεν είσαι έτοιμη εκείνη τη στιγμή, λες θα το σκεφτώ, θα το ψάξω και θα επανέλθω. Και το ερευνάς και επανέρχεσαι και έτσι βελτιώνεσαι κι εσύ, μαθαίνεις κι εσύ από τους μαθητές σου. Έτσι προχωράει η γνώση. Αυτή είναι ακαδημαϊκή συνεργασία και πανεπιστήμιο.
Από την κρίση και μετά, τα παιδιά ωρίμασαν περισσότερο. Αισθάνονται πιο επιτακτικό να έχουν πιο ουσιαστικά προσόντα και όχι μόνο ένα χαρτί για να διοριστούν κάπου. Βλέπω μεγαλύτερη σοβαρότητα και ωριμότητα από τους φοιτητές και τις φοιτήτριες. Αυτό είναι μια δική μου εμπειρική διαπίστωση. Όταν βλέπεις τέτοια στάση από τα παιδιά, θες κι εσύ να είσαι καλύτερος και να κάνεις ό,τι μπορείς να τα βοηθήσεις.