8 Κοινά Προβλήματα που Οφείλονται στην Αντίσταση στην Ινσουλίνη

Πολλοί ασθενείς δε γνωρίζουν ότι τα χαμηλά επίπεδα ενέργειας, οι πόνοι στους μύες και στις αρθρώσεις, οι εναλλαγές στη διάθεση, οι διαταραχές στη λειτουργία του γαστρεντερικού, συνδέονται άμεσα με την αντίσταση στην ινσουλίνη.

8 Κοινά Προβλήματα που Οφείλονται στην Αντίσταση στην Ινσουλίνη

Η αντίσταση στην ινσουλίνη είναι ένας από τους πιο σημαντικούς παράγοντες νόσου παγκοσμίως. Πολλά άτομα έχουν τη συγκεκριμένη μεταβολική διαταραχή και δεν το γνωρίζουν.

Πολλοί ασθενείς δε γνωρίζουν ότι τα χαμηλά επίπεδα ενέργειας, οι πόνοι στους μύες και στις αρθρώσεις, οι εναλλαγές στη διάθεση, οι διαταραχές στη λειτουργία του γαστρεντερικού, συνδέονται άμεσα με την αντίσταση στην ινσουλίνη.

Η αντίσταση στην ινσουλίνη επηρεάζει τη λειτουργία του ανοσοποιητικού, συνδέεται άμεσα με φλεγμονώδεις εξάρσεις και επιδείνωση της πορείας της υγείας ασθενών με αυτοάνοσο ή χρόνιο νόσημα.

Η ινσουλίνη είναι μια ορμόνη που ρυθμίζει την είσοδο του ζαχάρου στα κύτταρα. Όταν καταναλώνουμε παραπάνω ζάχαρη απ’ όση χρειάζονται τα κύτταρα του οργανισμού, αυτά στην προσπάθεια τους να προστατευτούν από την περίσσεια ζάχαρης, σταματούν να ανταποκρίνονται στην ινσουλίνη. Η μειωμένη ανταπόκριση των κυττάρων στην ινσουλίνη ονομάζεται αντίσταση στην ινσουλίνη και είναι ένας από τους πιο σημαντικούς παράγοντες που επιβαρύνει την υγεία των ανθρώπων σήμερα.

Η μειωμένη ανταπόκριση του οργανισμού στην ινσουλίνη, οδηγεί στην έκκριση μεγαλύτερης ποσότητας ινσουλίνης, απορρυθμίζοντας τον τρόπο που το σώμα διαχειρίζεται την ενέργεια, την φλεγμονή, τη λειτουργία του ανοσοποιητικού και του οργανισμού συνολικά.

Ως αποτέλεσμα, τα άτομα με αντίσταση στην ινσουλίνη μπορεί να αντιμετωπίσουν μια σειρά από προβλήματα υγείας, όπως:

1. Οριακά αυξημένα επίπεδα ζαχάρου στο αίμα: τα φυσιολογικά επίπεδα του ζαχάρου στο αίμα είναι μεταξύ 75-100 mg/dL. Τιμές μεταξύ 100-125 mg/dL είναι προδιαβήτης και τιμές υψηλότερες από 126 είναι διαβήτης των ενηλίκων (τύπου 2). Άτομα με αντίσταση στην ινσουλίνη είναι πολύ πιθανό να έχουν τιμές γλυκόζης υψηλότερες από 100 mg/dL. Αυτό αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο εκδήλωσης καρδιαγγειακού νοσήματος και διαβήτη, σε σχέση με άτομα που έχουν φυσιολογικά επίπεδα γλυκόζης[1].

2. Αυξημένη εναπόθεση λίπους στην κοιλιακή χώρα: η αντίσταση στην ινσουλίνη εμποδίζει την καύση λίπους και οδηγεί στην αυξημένη εναπόθεσή του, ιδιαίτερη στην κοιλιακή χώρα. Ακόμη και άτομα με φυσιολογικό ή και χαμηλό σωματικό βάρος μπορούν να έχουν αυξημένο ποσοστό σπλαχνικού λίπους, λόγω αντίστασης στην ινσουλίνη.

3. Υψηλή αρτηριακή πίεση: η αντίσταση στην ινσουλίνη συμβάλει στην ανάπτυξη υπέρτασης, μια κατάσταση που μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων και εγκεφαλικού.

Η μειωμένη ανταπόκριση του οργανισμού στην ινσουλίνη, απορρυθμίζει τον τρόπο που το σώμα διαχειρίζεται την ενέργεια, τη φλεγμονή, τη λειτουργία του ανοσοποιητικού και του οργανισμού συνολικά.

4. Μη φυσιολογικά επίπεδα λιπιδίων: η αντίσταση στην ινσουλίνη συνδέεται με αυξημένα επίπεδα τριγλυκεριδίων και χαμηλά επίπεδα “καλής” χοληστερίνης (HDL), αυξάνοντας τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιακών παθήσεων.

Πολλοί πιστεύουν ότι τα υψηλά τριγλυκερίδια οφείλονται στην αυξημένη κατανάλωση τροφών που περιέχουν λίπος. Ωστόσο, τα αυξημένα τριγλυκερίδια οφείλονται κυρίως στην αυξημένη κατανάλωση τροφών που περιέχουν επεξεργασμένους υδατάνθρακες όπως φρουκτόζη και ζάχαρη[2].

5. Σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών (PCOS): η αντίσταση στην ινσουλίνη είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες που οδηγούν στην ανάπτυξη του συνδρόμου πολυκυστικών ωοθηκών, μιας ορμονικής διαταραχής που επηρεάζει έως και 1 στις 5 γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας. Η αντίσταση στην ινσουλίνη συνοδεύεται από αυξημένη έκκριση ανδρογόνων, απορυθμίζοντας την ωορρηξία, τους κύκλους της έμμηνου ρήσης, μπορεί να προκαλέσει υπογονιμότητα, υπερτρίχωση, ακμή και άλλα προβλήματα υγείας[3].

6. Υπνική άπνοια: η αντίσταση στην ινσουλίνη σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο υπνικής άπνοιας, μια κατάσταση κατά την οποία η αναπνοή ενός ατόμου διακόπτεται κατά τη διάρκεια του ύπνου, οδηγώντας σε διαταραχή του ύπνου, υπέρταση, αρρυθμίες και άλλα προβλήματα υγείας.

7. Λιπώδης διήθηση του ήπατος: η λιπώδης διήθηση του ήπατος ή λιπώδες ήπαρ, αφορά στην εναπόθεση τριγλυκεριδίων στο συκώτι που οφείλεται κυρίως στην αντίσταση στην ινσουλίνη. Επηρεάζει έναν στους τέσσερις ενήλικες στην Ευρώπη και είναι παράγοντας κινδύνου για την ανάπτυξη χρόνιων νοσημάτων, όπως τα καρδιαγγειακά, ο καρκίνος και τα αυτοάνοσα νοσήματα[4][5][6].

8. Χρόνιες φλεγμονές: η ινσουλίνη είναι αυξητικός παράγοντας. Αυξάνει την ταχύτητα πολλαπλασιασμού των κυττάρων και προάγει τις φλεγμονές στον οργανισμό. Αυξημένα επίπεδα ινσουλίνης συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο νοσημάτων που χαρακτηρίζονται από χρόνια φλεγμονή συμπεριλαμβανομένων της καρδιαγγειακής νόσου, των αυτοάνοσων νοσημάτων, του διαβήτη, του καρκίνου και της παχυσαρκίας[7].

Η αντίσταση στην ινσουλίνη είναι μια μεταβολική διαταραχή που πλήττει την πλειοψηφία του πληθυσμού στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη[8][9].

Πρόκειται για μια διαταραχή που προκύπτει από το σύγχρονο τρόπο ζωής και διατροφής.

Ο καθιστικός τρόπος ζωής, η χρόνια αυξημένη κατανάλωση τροφών που αυξάνουν την έκκριση ινσουλίνης και ελλείψεις σε βιταμίνες και μικροθρεπτικά στοιχεία που χρειάζονται για την ομαλή λειτουργία των υποδοχέων της ινσουλίνης, μειώνουν σταδιακά την απόκριση των κυττάρων και του οργανισμού σε αυτήν.

Στα άτομα με αντίσταση στην ινσουλίνη, τα κύτταρα στους μύες, στο συκώτι και στο λίπος, στην προσπάθεια τους να προστατευτούν από την αυξημένη παρουσία ινσουλίνης, δεν ανταποκρίνονται στον ίδιο βαθμό σε αυτήν και η γλυκόζη δυσκολεύεται να περάσει στο εσωτερικό τους.

Ωστόσο, είναι ενθαρρυντικό ότι πρόκειται για μια μεταβολική διαταραχή που μπορεί να μεταβληθεί.

Ιατρικές παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής, στη διόρθωση των ελλείψεων του οργανισμού και στη διατροφή, μπορούν να επιλύσουν την αντίσταση στην ινσουλίνη. 

Στους ασθενείς που έχουν διαγνωσθεί με αυτοάνοσο ή χρόνιο νόσημα, η επίλυση της αντίστασης στην ινσουλίνη βελτιώνει την πορεία της νόσου και την υγεία των ασθενών.

Εάν δε διαχειριστούν οι ελλείψεις και οι μεταβολικές διαταραχές που προκαλούν την αντίσταση στην ινσουλίνη η επίλυση της είναι ιδιαίτερα δυσχερής και οδηγεί σε σταθερή επιδείνωση της υγείας.

Ελλείψεις του Οργανισμού & Αντίσταση στην Ινσουλίνη

Η αντίσταση στην ινσουλίνη είναι ένα από τους κύριους μηχανισμούς ανάπτυξης νόσου σήμερα. Μαζί με την παρουσία οριακών ελλείψεων του οργανισμού σε μικροθρεπτικά συστατικά, αποτελεί κεντρικό παράγοντα στην ανάπτυξη και επιδείνωση αυτοάνοσων νοσημάτων.

Ο καθιστικός τρόπος ζωής, η χρόνια αυξημένη κατανάλωση τροφών που αυξάνουν την έκκριση ινσουλίνης και ελλείψεις σε βιταμίνες και μικροθρεπτικά στοιχεία που χρειάζονται για την ομαλή λειτουργία των υποδοχέων της ινσουλίνης, μειώνουν σταδιακά την απόκριση των κυττάρων και του οργανισμού σε αυτήν.

Η οριακή έλλειψη θρεπτικών συστατικών περνάει απαρατήρητη για πολλά χρόνια μέχρι την εκδήλωση κάποιας ασθένειας[10][11][12]. Πρόκειται για ελλείψεις που είναι δύσκολο να εντοπιστούν με τις κοινές εργαστηριακές εξετάσεις και περιγράφονται με τον όρο “Κρυμμένη Πείνα”.

Ένα ζωτικό κομμάτι της ομαλής μεταβολικής λειτουργίας του οργανισμού και στην επίλυση της αντίστασης στην ινσουλίνη, είναι η επάρκεια σε βιταμίνες, μεταλλικά στοιχεία και μικροθρεπτικά συστατικά που είναι απαραίτητα[13][14][15][16][17][18]

  • Για την ομαλή έκκριση και λειτουργία της ινσουλίνης: μαγνήσιο, χρώμιο, βιταμίνες του συμπλέγματος Β, βιταμίνη Κ2, βιταμίνη D3, προβιοτικά)
     
  • Για τη φυσιολογική ολοκλήρωση των διαδικασιών επούλωσης των ιστών: βιταμίνη C, ψευδάργυρος, βιταμίνη Ε, αμινοξέα, αντιοξειδωτικά, βιταμίνη D3. 
     
  • Στη διαχείριση της χρόνιας φλεγμονής: ω-3 λιπαρά οξέα, βιταμίνη C, βιταμίνη D3, προβιοτικά.
     
  • Στη φυσιολογική λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος: βιταμίνη D3, βιταμίνη C,  ω-3 λιπαρά, προβιοτικά, ψευδάργυρος. Ελλείψεις στα συγκεκριμένα μικροθρεπτικά συστατικά, απορρυθμίζουν τα κύτταρα ανοσοποιητικού συστήματος και συνδέονται άμεσα με την αυτοανοσία. 
        

Ελλείψεις σε μικροθρεπτικά στοιχεία και βιταμίνες, που συμμετέχουν στις μεταβολικές διεργασίες του οργανισμού, επηρεάζουν αρνητικά την πορεία της υγείας, διευκολύνουν την ανάπτυξη αντίστασης στην ινσουλίνη, δυσχεραίνουν την επούλωση των ιστών και προάγουν τις χρόνιες φλεγμονές.   

Είναι ωστόσο ενθαρρυντικό ότι πρόκειται για μια μεταβολική διαταραχή που μπορεί να επιλυθεί με ιατρικές παρεμβάσεις που αφορούν στον τρόπο ζωής, στη διόρθωση ελλείψεων του οργανισμού και στη διατροφή.

Ο έγκαιρος εντοπισμός και αντιμετώπισή της είναι ζωτικής σημασίας, καθώς μπορεί να είναι καθοριστικά για την πορεία της υγείας ενός ατόμου.

Ειδικές Εξετάσεις Εντοπίζουν Μεταβολικές Διαταραχές που Σχετίζονται με την Αντίσταση στην Ινσουλίνη 

Είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό ότι οι παράγοντες που συνδέονται με τον τρόπο ζωής, με ελλείψεις του οργανισμού και με τη διατροφή μπορούν να εντοπιστούν, να διορθωθούν και να βελτιώσουν την πορεία της νόσου.

Είναι σημαντικό για τους ασθενείς με αυτοάνοσο ή χρόνιο νόσημα που αντιμετωπίζουν μεταβολικές διαταραχές να εντοπίσουν τις ακριβείς ελλείψεις που επηρεάζουν την υγεία τους, καθώς αυτές συνδέονται άμεσα με την ύπαρξη αντίστασης στην ινσουλίνη.

Μέχρι και λίγα χρόνια πριν, η ακριβής καταγραφή των ελλείψεων και μεταβολικών διαταραχών όπως η αντίσταση στην ινσουλίνη σε κάθε άτομο ήταν ιδιαίτερα δύσκολη με τις κλασσικές μεθόδους μέτρησης. Έτσι η διόρθωση τους βασιζόταν σε γενικές οδηγίες.

Τα τελευταία χρόνια, μια νέα κατηγορία εξετάσεων που ανιχνεύει μικρά μόρια στον οργανισμό, παρέχει ακριβή εικόνα για τις ελλείψεις και τις μεταβολικές διατραχές που επηρεάζουν την κατάσταση της υγείας ενός ατόμου.

Πρόκειται για μια ευαίσθητη μέθοδο μέτρησης. Οι συγκεκριμένες εξετάσεις ονομάζονται μεταβολομικές αναλύσεις. Το πλεονέκτημά τους είναι ότι καταγράφουν τις ακριβείς ελλείψεις, ώστε να σχεδιαστεί ολοκληρωμένα το θεραπευτικό πλάνο για την αντιμετώπιση της αντίστασης στην ινσουλίνη, με στόχο τη βελτίωση της υγείας του ασθενή[19][20][21][22].

Ανιχνεύουν περισσότερους από 80 δείκτες που σχετίζονται άμεσα με την κατάσταση της υγείας ενός ατόμου.

Οι εξετάσεις εντοπίζουν ανεπάρκειες σε βιταμίνες και άλλα στοιχεία που σχετίζονται:

  • με την αντίσταση στην ινσουλίνη
     
  • το μεταβολισμό των ζαχάρων
     
  • των μεταβολισμό των λιπιδίων
     
  • τη διαχείριση της φλεγμονής
     
  • την παραγωγή ενέργειας
     
  • την κατάσταση της μικροβιακής χλωρίδας του εντέρου
     
  • τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος
     
  • τη λειτουργία του ορμονικού συστήματος

Τα αποτελέσματα των εξετάσεων συνοδεύονται από το κατάλληλο θεραπευτικό πλάνο που ταιριάζει στον κάθε ασθενή και η σταθερή παρακολούθηση από γιατρό είναι απαραίτητη.

Η αγωγή αποτελείται από βιταμίνες και μικροθρεπτικά συστατικά, διατροφή, καθώς και συστάσεις που αφορούν στον τρόπο ζωής, με βάση τα αποτελέσματα των εξετάσεων.

Καθώς οριακές ελλείψεις του οργανισμού σε μικροθρεπτικά συστατικά, συσσωρεύονται σταδιακά στο χρόνο και οδηγούν σε νόσο, χρειάζεται χρόνος και προσπάθεια για τη διόρθωση τους.

Η διενέργεια των εξετάσεων είναι το πρώτο βήμα.

Στη συνέχεια, ο γιατρός σχεδιάζει το κατάλληλο θεραπευτικό πλάνο που ταιριάζει στον κάθε ασθενή, με βάση τα αποτελέσματα των εξετάσεων.

Ο ασθενής εφαρμόζει την αγωγή για την αντιμετώπιση του νοσήματός του και τη βελτίωση της υγείας του. Είναι κάτι που χρειάζεται χρόνο και προσπάθεια, σε συνδυασμό με σταθερή παρακολούθηση από την ομάδα μας.

Συνήθως απαιτούνται 6-8 μήνες για την επίτευξη μιας σημαντικής αλλαγής και ένα έτος για να σταθεροποιηθεί ο οργανισμός σε ένα καλύτερο επίπεδο λειτουργίας.

Η διόρθωση της αντίστασης της ινσουλίνης με ιατρικές παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής, στη διόρθωση των ελλείψεων του οργανισμού και στη διατροφή, αλλάζει την πορεία της υγείας:

  • Μειώνει το αίσθημα κόπωσης και να ενισχύσει τα επίπεδα ενέργειας 
     
  • Οδηγεί σε βελτίωση του μεταβολισμού, μείωση του σωματικού βάρους και του σπλαχνικού λίπους
     
  • Βελτιώνει σημαντικά την καθημερινότητα των ατόμων με χρόνια φλεγμονώδη νοσήματα, όπως η νόσος του Χασιμότο, η ψωρίαση, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, η ελκώδης κολίτιδα.
     
  • Μειώνει τον κίνδυνο εκδήλωσης καρδιαγγειακού νοσήματος και διαβήτη
     
  • Βελτιώνει το μεταβολισμό του σακχάρου και των λιπιδίων
     
  • Μειώνει τις φλεγμονώδεις εξάρσεις της νόσου

Μέσα από την κλινική μας εμπειρία έχουμε διαπιστώσει ότι η διόρθωση ελλείψεων του οργανισμού σε βιταμίνες και άλλα στοιχεία, η αποκατάσταση του μεταβολισμού και η ρύθμιση του βάρους σε φυσιολογικά επίπεδα, αλλάζουν ριζικά την πορεία της υγείας σε άτομα με αντίσταση στην ινσουλίνη προς το καλύτερο και βελτιώνουν την ποιότητα ζωής, από μια εικόνα σταθερής επιδείνωσης, σε μια σταθερής βελτίωσης[19-22].

Είναι ζωτικής σημασίας η ταχύτερη δυνατή παρέμβαση για την αποκατάσταση των παραπάνω, με στόχο την αναστολή της επιδείνωσης της υγείας.

Επιμέλεια: Dr. Δημήτρης Τσουκαλάς, ιατρός και επιστημονικός δ/ντης του ιατρικού ομίλου Metabolomic Medicine® με ιατρεία στη Αθήνα, Μιλάνο, Βενετία και τη Ζυρίχη

Πηγή:https://www.drtsoukalas.com/8_koina_problimata_pou_ofeilontai_stin_antistasi_stin_insoulini-su-734.html

Περισσότερα Άρθρα

Σχετικά Άρθρα

Νέες Δημοσιεύσεις

ΕΛΣΤΑΤ: Στο 8,50% του ΑΕΠ η συνολική χρηματοδότηση για τις δαπάνες υγείας το 2022

Η συνολική χρηματοδότηση των δαπανών υγείας παρουσίασε αύξηση κατά 5,4% το 2022 σε σχέση με την αντίστοιχη χρηματοδότηση του έτους 2021, αλλά μειώθηκε ως...

Αφρικανική σκόνη, δυνητικοί κίνδυνοι, τρόποι προφύλαξης

Τα σωματίδια που φτάνουν μέχρι τις κυψελίδες των πνευμόνων. Ποιοι είναι ευάλωτοι και πώς θα προστατευτούν. Ο καθηγητής Πνευμονολογίας εξηγεί . Η αφρικανική σκόνη, που ξεκίνησε...

Υψηλότερος γενετικός κίνδυνος παχυσαρκίας σημαίνει σκληρότερη προσπάθεια για τα ίδια αποτελέσματα

Οι συγγραφείς της μελέτης δήλωσαν ότι θέλουν τώρα να δουν εάν τα ευρήματα γενικεύονται σε πιο αντιπροσωπευτικούς και διαφορετικούς πληθυσμούς. Τα άτομα με υψηλότερο γενετικό...

Ετικέτες