Τα ευρήματα νέας μελέτης για την συσχέτιση της ομοκυστεΐνης με την υπνική άπνοια.
Μία συνηθισμένη εξέταση αίματος, που συνήθως χρησιμοποιείται για την εκτίμηση του κινδύνου εμφάνισης καρδιαγγειακών επεισοδίων, μπορεί να δείχνει και αν κάποιος κινδυνεύει να εκδηλώσει υπνική άπνοια.
Η εξέταση μετρά το αμινοξύ ομοκυστεΐνη, τα υψηλά επίπεδα της οποίας μπορεί να υποδηλώνουν έλλειψη βασικών βιταμινών, όπως η Β12, η Β6 και το φολικό οξύ. Χωρίς θεραπεία, η αυξημένη ομοκυστεΐνη αυξάνει τον κίνδυνο άνοιας, καρδιοπάθειας και εγκεφαλικού.
Τα επίπεδα της ομοκυστεΐνης θεωρούνται φυσιολογικά όταν κυμαίνονται μεταξύ 5 και 15 μικρογραμμομορίων ανά λίτρο (µmol/l).
Στη νέα μελέτη, επιστήμονες από το Ίδρυμα Ύπνου και το Ομοσπονδιακό Πανεπιστήμιο του São Paulo (UNIFESP), στη Βραζιλία, εξέτασαν την πιθανή συσχέτισή της με την υπνική άπνοια. Τα ευρήματά τους δημοσιεύθηκαν στην ιατρική επιθεώρηση European Archives of Oto-Rhino-Laryngology.
Οι ερευνητές εξέτασαν δεδομένα από 1.042 εθελοντές, ηλικίας άνω των 20 ετών, οι οποίοι το 2007 είχαν υποβληθεί σε μελέτη ύπνου. Κατ’ αυτήν είχε μετρηθεί ο δείκτης άπνοιας-υπόπνοιας (ΑΗΙ). Με αυτόν καταγράφεται πόσες φορές μειώνεται ή διακόπτεται η αναπνοή σε κάθε ώρα ύπνου.
Έως και πέντε επεισόδια διαταραχής της αναπνοής ανά ώρα ύπνου θεωρούνται φυσιολογικά. Μεταξύ 5 και 15 θεωρούνται ήπια άπνοια. Από 15 έως 30 η άπνοια θεωρείται μετρίας βαρύτητας. Από 30 επεισόδια και πάνω θεωρείται σοβαρή, δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια Vanessa Cavalcante-Silva, μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο UNIFESP.
Οι εθελοντές είχαν επίσης υποβληθεί σε διάφορες αιματολογικές εξετάσεις, μεταξύ των οποίων μέτρηση της ομοκυστεΐνης.
Έπειτα από οκτώ χρόνια, οι 715 από τους συμμετέχοντες υποβλήθηκαν εκ νέου στην μελέτη ύπνου και στη μέτρηση της ομοκυστεΐνης.
Τα ευρήματα
Κατά την έναρξη της μελέτης, το 54,4% των εθελοντών δεν είχε υπνική άπνοια. Από τους υπόλοιπους:
- Το 24,4% είχαν ήπια
- Το 12,4% είχαν μέτρια
- Το 8,8% είχαν σοβαρή
Η σύγκριση του δείκτη ΑΗΙ με τα επίπεδα ομοκυστεΐνης των εθελοντών έδειξε πως όσο υψηλότερο ήταν το αμινοξύ, τόσο αυξανόταν ο δείκτης. Στην πραγματικότητα, οι εθελοντές με παθολογική ομοκυστεΐνη (πάνω από 15 μικρογραμμομόρια ανά λίτρο – µmol/l) είχαν κατά μέσον όρο 7,43 περισσότερα επεισόδια άπνοιας-υπόπνοιας.
Στον επανέλεγχο του 2015, οι ασθενείς με υπνική άπνοια είχαν αυξηθεί σημαντικά. Μόλις το 29,8% των εθελοντών δεν έπασχαν πλέον από αυτήν. Από τους υπόλοιπους:
- Το 31,2 είχαν ήπια
- Το 19,4% είχαν μέτρια
- Το 19,6% είχαν σοβαρή
Η υπνική άπνοια θεωρείται σοβαρό πρόβλημα διότι μακροπρόθεσμα αυξάνει τον κίνδυνο αναπτύξεως καρδιοπάθειας, διαβήτη, υπέρτασης και άλλων δεινών.
Ισχυρός προάγγελος
Η μελέτη έδειξε ακόμα πως τα επίπεδα ομοκυστεΐνης κατά την έναρξη της μελέτης ήταν ισχυρός προάγγελος για υπνική άπνοια οκτώ χρόνια αργότερα. Στους εθελοντές χωρίς άπνοια κατά την έναρξη της μελέτης, κάθε αύξηση της ομοκυστεΐνης κατά 1 µmol/l το 2007 συνοδευόταν από αύξηση σχεδόν 1% του κινδύνου να διαγνωστεί κάποιος με άπνοια το 2015.
Η αύξηση δεν είναι μεγάλη, αλλά η συσχέτιση παρέμεινε ισχυρή και όταν οι επιστήμονες συνυπολόγισαν άλλους συμβάλλοντες παράγοντες, όπως το σωματικό βάρος των εθελοντών.
Οι ερευνητές δεν γνωρίζουν ακόμα αν η υπνική άπνοια αυξάνει την ομοκυστεΐνη ή αν το αυξημένο αμινοξύ προκαλεί άπνοια. «Το πιθανότερο είναι πως υπάρχει αλληλεξάρτηση», εκτίμησε η επιβλέπουσα ερευνήτρια Dr. Monica Levy Andersen, αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιατρικής Ύπνου στο UNIFESP.
Και πρόσθεσε πως καλό είναι να μετριέται τακτικά η ομοκυστεΐνη στις ηλικίες άνω των 40 ετών, διότι μπορεί να παράσχει σημαντικές πληροφορίες για την υγεία.