Η παχυσαρκία έχει πολύπλευρες επιπτώσεις στην υγεία υπονομεύοντας την ατομική και κοινωνική ευημερία.
Η παχυσαρκία είναι μια νόσος άρρηκτα συνδεδεμένη με τον σύγχρονο τρόπο ζωής, η οποία υποβαθμίζει την ποιότητα ζωής και είναι προπομπός πολλών άλλων νοσημάτων, καρδιαγγειακών και μη. Ορίζεται ως η συγκέντρωση περίσσειας σωματικού λίπους στο σε βαθμό που γίνεται επιβαρυντικό για την υγεία. Για λόγους κατηγοριοποίησης χρησιμοποιείται ο δείκτης μάζας σώματος (Body Mass Index, BMI), ένας δείκτης που προκύπτει από το ύψος και το βάρος. Έτσι οι άνθρωποι με BMI>25kg/m2 ταξινομούνται ως υπέρβαροι και με BMI>30kg/m2 ως παχύσαρκοι.Remaining Time-0:00FullscreenMute
Η παχυσαρκία είναι εξαιρετικά διαδεδομένη παγκοσμίως με τις ΗΠΑ και την Κίνα να κρατούν τα πρωτεία σε απόλυτους αριθμούς, ωστόσο σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, το 63% του ελληνικού πληθυσμού ανήκει στην κατηγορία υπέρβαρων ή παχύσαρκων, ποσοστό μεγαλύτερο του Ευρωπαϊκού μέσου όρου, που βρίσκεται στο 58%. Ακόμη δεν μπορεί να αμελήσει κανείς τα αρνητικά ρεκόρ σε ποσοστά παιδικής παχυσαρκίας, με την Ελλάδα να βρίσκεται δεύτερη μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών.
Η παχυσαρκία σχετίζεται στενά με την εμφάνιση του λεγόμενου μεταβολικού συνδρόμου. Αυτό αποτελείται από την συνύπαρξη σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2, αρτηριακής υπέρτασης και δυσλιπιδαιμίας, δηλαδή υψηλών επιπέδων LDL, της λεγόμενης ‘’κακής’’ χοληστερίνης και χαμηλών επιπέδων HDL, ‘’καλής’’ χοληστερίνης. Αυτό το μεταβολικό προφίλ συμπληρώνεται από ήπια χρόνια φλεγμονή καθώς επίσης και χρόνια θρομβογόνο κατάσταση. Δεν είναι δύσκολο να συμπεράνει κανείς πως αθροίζεται ένα σύνολο παραγόντων που είναι απειλητικοί για την καρδιά.
Το σπλαχνικό λίπος, δηλαδή το λίπος που συσσωρεύεται γύρω από τα όργανα του σώματος, φαίνεται να συσχετίζεται έντονα με την ανάπτυξη του μεταβολικού συνδρόμου. Η συσσώρευση σπλαχνικού λίπους σχετίζεται με την ηλικία αλλά και με το φύλο, με τις νεαρές γυναίκες να έχουν πιο περιορισμένες εναποθέσεις σπλαχνικού λίπους σε σχέση με τους συνομήλικους άνδρες, φαινόμενο που συνοδεύεται και με μειωμένο καρδιαγγειακό κίνδυνο και που εξισορροπείται σε βάθος ετών μετά την εμμηνόπαυση. Στο φαινόμενο αυτό συμμετέχουν και άλλοι παράγοντες όπως η κληρονομικότητα και το χρόνιο άγχος, καθοριστική σημασία όμως έχει η σύγχρονη καθημερινότητα με την καθιστική ζωή και την κακής ποιότητας διατροφή.
Η συσσώρευση όλων αυτών των παραγόντων κινδύνου προκαλεί χρόνιες εκφυλιστικές και πολύ συχνά μη αναστρέψιμες βλάβες στη καρδιά. Μέσω της λεγόμενης ενδοθηλιακής δυσλειτουργίας και της εναπόθεσης λιπαρών οξέων προκαλούνται στενώσεις στα στεφανιαία αγγεία, η γνωστή δηλαδή στεφανιαία νόσος. Ακόμα η εξεσημασμένη παχυσαρκία επιβαρύνει άμεσα την καρδιακή λειτουργία οδηγώντας σε μυοκαρδιοπάθειες και καρδιακή ανεπάρκεια. Ακόμη προκαλεί βαλβιδοπάθειες και κολπική μαρμαρυγή. Συχνά λοιπόν φτάνει κανείς να χρειάζεται εξειδικευμένες επεμβάσεις και φάρμακα εφόρου ζωής για να διαχειριστεί μια κατάσταση η οποία προλαμβάνεται με τις κατάλληλες παρεμβάσεις.
Οι παρεμβάσεις αυτές δεν είναι άλλες από την αλλαγή του τρόπου ζωής. Στόχος είναι να εξαφανίσουμε δηλαδή το νούμερο 1 αίτιο, την παχυσαρκία. Η αλλαγή βασίζεται σε 2 κύριους πυλώνες, τη σωστή διατροφή και την ενσωμάτωση σωματικής άσκησης στην καθημερινότητά μας. Σωστή διατροφή σημαίνει κατανάλωση φρούτων και λαχανικών καθημερινά, επιλογή προϊόντων ολικής άλεσης, χρήση ελαιόλαδου έναντι άλλων ελαίων ή λιπών στο φαγητό. Σημαντικό είναι αυτά να αποτελούν τη βάση του γεύματος, και όχι μια απλή προσθήκη σε ένα κατά τα άλλα χαμηλής διατροφικής αξίας γεύμα. Πρέπει ταυτόχρονα να περιορίζεται το κόκκινο κρέας και τα αναψυκτικά σε λιγότερο από μια φορά το μήνα. Πολύ σημαντική είναι η κατανάλωση επαρκούς ποσότητας νερού, πάνω από 1,5 λίτρο, δηλαδή 8 ποτήρια, την ημέρα.
Όσον αφορά το κομμάτι της άσκησης, στόχος είναι η μέτριας έντασης αερόβια άσκηση για τουλάχιστον 150 λεπτά την εβδομάδα, καθώς και μυϊκή ενδυνάμωση. Πέραν όμως αυτών πρέπει να προσπαθούμε να μένουμε ενεργοί στην καθημερινότητα μας, να περπατάμε όσο το δυνατόν περισσότερο και να περιορίζουμε τον χρόνο που περνάμε καθιστοί και ειδικά μπροστά από οθόνες.
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε πως οι αλλαγές δεν πρέπει να είναι παροδικές με στόχο να χάσουμε μερικά κιλά και μετά πίσω στις παλιές συνήθειες. Έτσι επιστρέφει το χαμένο βάρος και με αυτό και ο αυξημένος καρδιαγγειακός κίνδυνος. Ο νέος τρόπος ζωής επιφέρει τα επιθυμητά καρδιαγγειακά οφέλη και εξασφαλίζει μια μακρά και ποιοτική ζωή.
Σε ανθρώπους με σοβαρή παχυσαρκία δηλαδή με BMI>40 ή πάνω από 35kg/m2 και σχετικές συνοσηρότητες, τα βαριατρικά χειρουργεία, δηλαδή επεμβάσεις χειρουργικές που αποσκοπούν στην απώλεια βάρους, φαίνεται να έχουν όφελος για τον ασθενή οδηγώντας σε μείωση του σωματικού βάρους, το οποίο όμως επανέρχεται σχεδόν στο 40% των ασθενών.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως οι υπάρχουσες θεραπευτικές παρεμβάσεις για την παχυσαρκία έχουν υποστηρικτικό ρόλο, με την αλλαγή του τρόπου ζωής να προσφέρει τα περισσότερα μακροχρόνια οφέλη. Η έρευνα σε αυτό το τομέα είναι σε συνεχή εξέλιξη, με νέες αποτελεσματικότερες φαρμακευτικές επιλογές να διαφαίνονται στον ορίζοντα. Ωστόσο, πέραν της αλλαγής του τρόπου ζωής δεν φαίνεται να υπάρχει εύκολη οδός για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας.
Συνοψίζοντας, η παχυσαρκία είναι μια συχνή νόσος που επιφέρει μεταβολική δυσλειτουργία και απειλεί ποικιλοτρόπως το καρδιαγγειακό σύστημα. Ο σύγχρονος τρόπος ζωής με τις πολλές ώρες ακινησίας και την χαμηλής διατροφικής αξίας διατροφή είναι το κύριο αίτιο που οδηγεί στην παχυσαρκία παγκοσμίως, ενώ η ριζική αλλαγή του τρόπου ζωής είναι η μόνη οδός που θωρακίζει το καρδιαγγειακό μας σύστημα από νοσήματα.
*Ο Κωνσταντίνος Τούτουζας, είναι Καθηγητής Καρδιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών