Σε ασθενείς που έχουν νοσήσει από λοίμωξη Covid-19 και συνεχίζουν να αναφέρουν συμπτωματολογία, έχει παρατηρηθεί μειωμένη ικανότητα άσκησης τρείς μήνες μετά την νόσησή τους.
Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών συνοψίζουν τα δεδομένα της πρόσφατης μετα-ανάλυσης της Matthew S Durstenfeld και συνεργατών στην έγκριτη επιστημονική επιθεώρηση JAMA Network Open με θέμα την χρήση της καρδιοαναπνευστικής άσκησης για τη διάγνωση συμπτωμάτων long-Covid σε ενήλικες ασθενείς.
Με βάση το πρότυπο τεστ καρδιοαναπνευστικής άσκησης (CPET), για την μέτρηση της ικανότητας άσκησης και τον εντοπισμό προτύπων δυσανεξίας στην άσκηση, εκτιμήθηκε η διαφορά στην ικανότητα άσκησης μεταξύ ατόμων με και χωρίς συμπτώματα long-Covid. Παράλληλα, η CPET χρησιμοποιήθηκε για τον χαρακτηρισμό των φυσιολογικών προτύπων περιορισμού ως προς την διευκρίνιση των πιθανών μηχανισμών του long-Covid.
Χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα μελετών που ανασκοπήθηκαν με ασθενείς οι οποίοι είχαν νοσήσει από Covid-19 τουλάχιστον τρεις μήνες νωρίτερα και συμπεριέλαβαν τη μέγιστη κατανάλωση οξυγόνου με CPET(Vο2).
Συνολικά 38 μελέτες εντοπίστηκαν που πληρούσαν τα κριτήρια ένταξης και διεξήγαγαν CPET σε 2160 άτομα σε διάστημα τριών με δεκαοχτώ μηνών από την Covid-19, συμπεριλαμβανομένων 1228 ασθενών με συμπτώματα long-Covid. Με βάση μια μετά-ανάλυση 9 μελετών που συμπεριέλαβαν 464 άτομα με συμπτώματα long-Covid και 359 χωρίς συμπτώματα, η μέση κορυφή καταγραφής Vo2 κατά τη CPET ήταν −4.9 (95% CI, −6.4 to −3.4) mL/kg/min μεταξύ των ατόμων με συμπτώματα. Η έκπτωση της σωματικής κατάστασης και οι περιφερειακοί περιορισμοί (μη φυσιολογική εξαγωγή οξυγόνου) ήταν συνήθεις, αλλά περιγράφηκε επίσης δυσλειτουργική αναπνοή και χρονοτροπική ανικανότητα. Η υπάρχουσα βιβλιογραφία περιοριζόταν από μικρά μεγέθη δείγματος, σφάλμα επιλογής συμμετεχόντων, συγχυτικούς παράγοντες και ποικίλους ορισμούς συμπτωμάτων και ερμηνείες CPET, με αποτέλεσμα υψηλό κίνδυνο μεροληψίας και ετερογένειας.
Τα ευρήματα της συστηματικής έρευνας και μετά-ανάλυσης υποδεικνύουν ότι η ικανότητα άσκησης μειώθηκε για περισσότερο από τρεις μήνες μετά την λοίμωξη από SARS-COV-2 σε ασθενείς με συμπτωματολογία μακράς Covid-19 συγκριτικά με ασθενείς χωρίς συμπτωματολογία, παρά τους μεθοδολογικούς περιορισμούς.
Πιθανοί μηχανισμοί για δυσανεξία στην άσκηση εκτός από την έκπτωση της σωματικής κατάστασης περιλαμβάνουν επηρεασμένη αυτόνομη λειτουργία, όπως δυσλειτουργία στη λειτουργία της αναπνοής, ενδοθηλιακή δυσλειτουργία και μυϊκή ή μιτοχονδριακή παθολογία.
Επιμέλεια: Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Ροδάνθη Ελένη Συρίγου, Γιάννης Ντάνασης, και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ)