back to top

Ψυχική υγεία και ψυχικές διαταραχές σε άτομα με καρδιαγγειακή νόσο

Η ενότητα αυτή εξετάζει τη συχνότητα εμφάνισης ψυχικών διαταραχών σε άτομα με καρδιαγγειακή νόσο(CVD), τον αντίκτυπό τους στην πρόγνωση της καρδιαγγειακής νόσου, την αυτοδιαχείριση και την προσήλωση στις ιατρικές συστάσεις, καθώς και τον αντίκτυπο της CVD στην ψυχική υγεία των μελών της οικογένειας ή των φροντιστών.

 Επίδραση της καρδιαγγειακής νόσου στην ψυχική υγεία

Η καρδιαγγειακή νόσος μπορεί να προκαλέσει σημαντικές ψυχικές διαταραχές. Τα αντιλαμβανόμενα χαρακτηριστικά των οξέων καρδιαγγειακών συμβαμάτων, όπως το οξύ στεφανιαίο σύνδρομο (ACS) ή οι αρρυθμίες, σε συνδυασμό με την απειλή θανάτου και το αίσθημα αβοηθητότητας, μπορεί να πυροδοτήσουν έντονες αρνητικές συναισθηματικές αντιδράσεις.

Ακόμη και όταν δεν πληρούνται τα διαγνωστικά κριτήρια για ψυχικές διαταραχές, τα άτομα με CVD μπορεί να βιώσουν υπαρξιακές ανησυχίες. Αυτές περιλαμβάνουν φόβο υποτροπής, ανησυχία για τον θάνατο, συναισθηματικό και εργασιακό άγχος, θυμό, θλίψη και ανησυχίες για την ευημερία των μελών της οικογένειας. Η ανάγκη για πολύπλοκα θεραπευτικά σχήματα και αλλαγές στον τρόπο ζωής επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα ζωής και τη γενική ευεξία και μπορεί να είναι δύσκολο να εφαρμοστούν και να διατηρηθούν. Σε συνδυασμό με την αντιληπτή απώλεια υγείας και ανεξαρτησίας, αυτοί οι παράγοντες ενδέχεται να συμβάλλουν σε αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ψυχικών διαταραχών σε άτομα με CVD.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, αυτές οι αντιδράσεις και τα συμπτώματα μπορεί να γίνουν τόσο σοβαρά ώστε να δικαιολογούν διάγνωση ψυχικής διαταραχής, όπως κατάθλιψη, αγχώδης διαταραχή ή ακόμη και μετατραυματικό στρες που προκαλείται από καρδιοπάθεια (CDI-PTSD). Η συχνότητα εμφάνισης ψυχικών διαταραχών σε άτομα με CVD ποικίλλει ευρέως, ανάλογα με τον τύπο της καρδιαγγειακής νόσου, τα ατομικά χαρακτηριστικά, τις συνθήκες ζωής και τα εργαλεία αξιολόγησης.

Το πιο σημαντικό είναι ότι αυτές οι συνυπάρχουσες ψυχικές διαταραχές ενδέχεται να επηρεάζουν την αυτοδιαχείριση, τη συμμόρφωση στις  φαρμακευτικές αγωγές, τη διατροφή, τη σωματική άσκηση και την προσπάθεια διακοπής καπνίσματος, καθώς και τη συνολική έκβαση και την πρόγνωση των ασθενών με CVD. Αυτή η συσχέτιση είναι ιδιαίτερα εμφανής στην περίπτωση του άγχους και της κατάθλιψης, όπου το ετήσιο κόστος υγειονομικής περίθαλψης για την κοινωνία είναι αυξημένο κατά 33% σε σύγκριση με άτομα που έχουν μόνο CVD. Ως εκ τούτου, είναι επιτακτική ανάγκη να ενημερωθούν και να εκπαιδευτούν οι επαγγελματίες της καρδιαγγειακής φροντίδας σχετικά με τις συνέπειες της CVD στην ψυχική υγεία.

Συγκεκριμένες ψυχικές διαταραχές σε άτομα με καρδιαγγειακή νόσο: συχνότητα και προγνωστική σημασία

Καταθλιπτικά συμπτώματα και κατάθλιψη

Είναι σημαντικό να γίνεται διάκριση ανάμεσα στα καταθλιπτικά συμπτώματα και την κατάθλιψη, καθώς ο όρος «κατάθλιψη» περιλαμβάνει ποικίλες έννοιες – από προσωρινές καταστάσεις χαμηλής διάθεσης μέχρι σοβαρές κλινικές διαταραχές που είναι εξουθενωτικές, επαναλαμβανόμενες και σοβαρές.

Επιπλέον, ορισμένα άτομα εμφανίζουν μόνιμα μια ψυχικά επιβαρυμένη προσωπικότητα  με χαρακτηριστικά καταθλιπτικής φύσης. Τα άτομα που αντιμετωπίζουν CVD μπορεί να βιώσουν οποιαδήποτε από αυτές τις διαφορετικές ομάδες συμπτωμάτων. Ωστόσο, ο πιο συχνός τύπος κατάθλιψης που παρατηρείται μετά από ACS είναι η «διαταραχή προσαρμογής με καταθλιπτική διάθεση». Τα άτομα που πληρούν τα κριτήρια για μείζονα καταθλιπτική διαταραχή διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για μελλοντικά καρδιαγγειακά επεισόδια και συχνά παρουσιάζουν σημαντικά μειωμένη ποιότητα ζωής. Συνεπώς, απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή για την αναγνώριση, την ακριβή διάγνωση και την εξειδικευμένη διαχείρισή τους.

Επικράτηση καταθλιπτικών συμπτωμάτων και κατάθλιψης σε άτομα με καρδιαγγειακή νόσο

Η κατάθλιψη είναι μία από τις πιο συχνές ψυχικές παθήσεις σε άτομα με καρδιαγγειακή νόσο (CVD). Η παγκόσμια επικράτηση της κατάθλιψης σε άτομα με CVD, όπως μετράται μέσω διαφόρων αυτοαναφερόμενων ερωτηματολογίων, εκτιμάται στο 18%. Είναι πιο συχνή στις γυναίκες και στα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, αν και ηλικιωμένοι που είναι υγιείς και λειτουργικά αυτόνομοι έχουν μικρότερο κίνδυνο κατάθλιψης σε σχέση με νεότερους ενήλικες.

Η κατάθλιψη σχετίζεται με πολλούς αρνητικούς παράγοντες τρόπου ζωής, όπως κάπνισμα, κατανάλωση αλκοόλ, σωματική αδράνεια και ανθυγιεινή διατροφή, καθώς και με άλλους παράγοντες κινδύνου CVD όπως ο σακχαρώδης διαβήτης και η υπέρταση. Αυτοί οι τροποποιήσιμοι παράγοντες κινδύνου συνδέονται με στεφανιαία νόσο, έμφραγμα του μυοκαρδίου (MI), καρδιακή ανεπάρκεια (HF), εγκεφαλικό επεισόδιο και θνητότητα.

Τύπος CV/Δεδομένα επικράτησης

ACS / Μετά από Έμφραγμα (MI)

– Καταθλιπτικά συμπτώματα αναφέρθηκαν από το 31% των ατόμων μετά από έμφραγμα.

– Η επικράτηση της κατάθλιψης κατά την εισαγωγή στο νοσοκομείο ήταν 40% στις γυναίκες κάτω των 60 ετών, έναντι 22% στους άνδρες της ίδιας ηλικίας. Στα άτομα άνω των 60 ετών, τα ποσοστά ήταν 21% στις γυναίκες και 15% στους άνδρες.

– Σε 8580 άτομα με ACS από 22 ευρωπαϊκές χώρες,  ≥6 μήνες μετά την έξοδο από το νοσοκομείο, τα καταθλιπτικά συμπτώματα ήταν πιο συχνά στις γυναίκες (32,3%) απ’ ό,τι στους άνδρες (21,2%), με μέτρια/σοβαρή κατάθλιψη στο 12,7% των γυναικών και 7,4% των ανδρών.

Χρόνια Καρδιακή Ανεπάρκεια (HF)

– Κλινικά σημαντική κατάθλιψη παρατηρήθηκε στο 21,5% των ατόμων με HF, με εύρος 33,6% μέσω ερωτηματολογίων και 19,3% μέσω συνεντεύξεων. Από 11% στην κατηγορία NYHA I έως 42% στην κατηγορία NYHA IV.

– Η κατάθλιψη ήταν πιο συχνή στις γυναίκες με χρόνια HF (32,7% έναντι 26,1%), με ποσοστά από 11%–67% στις γυναίκες και 7%–63% στους άνδρες, αυξανόμενα με τη λειτουργική κατηγορία NYHA.

Προχωρημένη HF & Μετά από Μεταμόσχευση Καρδιάς (HTx)

– Η κατάθλιψη επηρεάζει το 25%–35% των ατόμων μετά από μεταμόσχευση καρδιάς.

– Αναφέρθηκε κατάθλιψη στο 35% των ατόμων προ μεταμόσχευσης και στο 26,3% μετά.

– Κατάθλιψη εμφανίζεται στο 15%–39% των ατόμων με συσκευές υποβοήθησης της αριστερής κοιλίας (VAD), συχνά υπερβαίνοντας τα διαγνωστικά όρια, ιδιαίτερα σε ηλικιωμένους.

– Τα άτομα που έλαβαν μεταμόσχευση είχαν λιγότερη κατάθλιψη από εκείνα με μηχανικές συσκευές υποβοήθησης.

Κολπική Μαρμαρυγή (AF)

– Το 38% των ατόμων με AF πληρούσε τα κριτήρια του Beck Depression Inventory για σημαντική κατάθλιψη.

Απινιδωτές (ICD)

– Μετα-αναλύσεις έδειξαν κλινικά σημαντική κατάθλιψη στο 15,4% (95% CI: 11,9%–18,9%) των ατόμων με ICD σε όλες τις χρονικές φάσεις μετά την τοποθέτηση.

– Η 2ετής επίπτωση νέας κατάθλιψης μετά από τοποθέτηση ICD ήταν 11,3% σε εθνικό μητρώο.

– Καταθλιπτικά συμπτώματα επηρέασαν το 20% των ατόμων με ICD (12% ήπια, 6% μέτρια, 2% σοβαρή).

– Μέτρια έως σοβαρή κατάθλιψη ήταν πιο συχνή σε άτομα με ICD για δευτερογενή πρόληψη και σε όσους υπέστησαν ≥5 εκφορτίσεις  του ICD.

– Τα άτομα με ICD και βηματοδότες είχαν παρόμοια αυξημένα επίπεδα κατάθλιψης.

Συγγενείς Καρδιοπάθειες Ενηλίκων (ACHD)

– Τα άτομα με ACHD έχουν υψηλότερα ποσοστά κατάθλιψης από τον γενικό πληθυσμό (24% έναντι 15%).

– Είχαν παρόμοιο και χαμηλό κίνδυνο αυτοκτονίας σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου.

Πνευμονική Υπέρταση (PH / PAH)

– Σε 2161 άτομα με PH, η συνολική επικράτηση της κατάθλιψης ήταν 28% (95% CI: 20,5%–36,8%).

– Μικρότερες μελέτες αναφέρουν ποσοστά από 9% έως 70% σε άτομα με PAH, ανάλογα με τη σοβαρότητα της νόσου.

 Επίδραση της κατάθλιψης στην πρόγνωση της καρδιαγγειακής νόσου

Η κατάθλιψη είναι γνωστός παράγοντας κινδύνου για χειρότερη πρόγνωση σε άτομα με CVD.

Αν και μία μελέτη δεν βρήκε σημαντική επίδραση της κατάθλιψης στη θνητότητα μετά από MI, πιο πρόσφατες έρευνες δείχνουν το αντίθετο. Για παράδειγμα, η κατάθλιψη μετά από έμφραγμα προβλέπει ανεξάρτητα:

22% υψηλότερη θνησιμότητα από όλες τις αιτίες και 13% περισσότερα καρδιαγγειακά συμβάματα για κάθε αύξηση κατά μία τυπική απόκλιση στη βαθμολογία z της κατάθλιψης. (per standard deviation increase in depression z-score)

Ακόμα και 10 χρόνια μετά από αγγειοπλαστική (PCI), η κατάθλιψη σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο θανάτου. Στην HF, η κατάθλιψη (τόσο τα συμπτώματα όσο και η κλινική διαταραχή) έχει σχετιστεί προοπτικά με: περισσότερες νοσηλείες, επανεμφάνιση επεισοδίων, αυξημένη θνητότητα.

Η κατάθλιψη διπλασιάζει τον κίνδυνο θανάτου ή καρδιαγγειακού επεισοδίου σε άτομα με HF.

Η παρουσία κατάθλιψης κατά την έναρξη καρδιακής αποκατάστασης με άσκηση (ECR) σχετίζεται με: μικρότερη βελτίωση στη σωματική ικανότητα και  μικρότερη βελτίωση στην ποιότητα ζωής (QoL).

Σε άτομα με μεταμόσχευση καρδιάς (HTx), η κατάθλιψη και προηγούμενες απόπειρες αυτοκτονίας επηρεάζουν αρνητικά την έκβαση (π.χ. απόρριψη μοσχεύματος, αγγειακή νόσος μοσχεύματος, θάνατος), πιθανώς λόγω κακής συμμόρφωσης στη φαρμακευτική αγωγή.

Επίδραση της κατάθλιψης στην αυτοφροντίδα και συμμόρφωση

Ένας από τους πιθανούς μηχανισμούς μέσω των οποίων η κατάθλιψη επηρεάζει αρνητικά την πορεία της CVD είναι μέσω μειωμένης εμπλοκής σε πρακτικές αυτοφροντίδας και συμμόρφωσης. Η κατάθλιψη συχνά συνδέεται με: μειωμένη συμμόρφωση στη φαρμακευτική αγωγή, μη υγιεινό τρόπο ζωής, αποχή από ECR, αδυναμία διαχείρισης της κατάστασης.

Σε μελέτη, τα άτομα με επίμονη κατάθλιψη είχαν 50% λιγότερες πιθανότητες να συμμετάσχουν σε πρόγραμμα ECR. Επίσης, είχαν χαμηλότερα ποσοστά διακοπής καπνίσματος, άσκησης και λήψης φαρμάκων.

Μελέτη ημερολογίου έδειξε ότι τις μέρες με υψηλά καταθλιπτικά συμπτώματα, οι συμμετέχοντες ασκούνταν λιγότερο και είχαν πιο καθιστική ζωή.

Σε μελέτη με 124.443 άτομα που υπεβλήθησαν σε PCI, τα άτομα με κατάθλιψη ήταν 10–20% λιγότερο πιθανό να ακολουθούν σωστά τις φαρμακευτικές οδηγίες.

Ακόμα και ήπια προς μέτρια κατάθλιψη σχετίζεται σημαντικά με μειωμένη φαρμακευτική συμμόρφωση σε HF.

 Άγχος

 Επικράτηση άγχους σε άτομα με καρδιαγγειακή νόσο

Συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις δείχνουν ότι το άγχος εμφανίζεται σε 28,9% έως 32,9% των ατόμων με CVD. Τα ποσοστά είναι υψηλότερα όταν χρησιμοποιούνται ερωτηματολόγια (έως 34,8%), και χαμηλότερα με κλινικές διαγνώσεις (17%). Τα υψηλότερα ποσοστά άγχους αναφέρθηκαν σε άτομα με ακαθόριστο θωρακικό άλγος ή αίσθημα παλμών (19%). Το άγχος είναι πιο συχνό στις γυναίκες (43%) σε σύγκριση με τους άνδρες (29,5%). Όπως και με την κατάθλιψη, η επικράτηση διαφέρει ανάλογα με την καρδιοπάθεια, τη διαγνωστική μέθοδο και τα δημογραφικά χαρακτηριστικά.

Επίδραση του άγχους στην πρόγνωση της καρδιαγγειακής νόσου

Μετα-ανάλυση με >30.000 άτομα με στεφανιαία νόσο (CAD) έδειξε ότι η επίδραση του άγχους εξαρτάται από τον χρόνο:

Καμία επίδραση στους πρώτους 2 μήνες μετά από ACS,

Αρνητική πρόγνωση σε άτομα με σταθερή CAD.

Η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή, παρούσα στο 5,5% των ατόμων 3 μήνες μετά από ΟΕΜ (Οξύ Έμφραγμα Μυοκαρδίου), διπλασίασε τον κίνδυνο αρνητικής έκβασης (CV συμβάντα και θάνατος) σε βάθος 10ετίας.

Στην HF, τα συμπτώματα άγχους από μόνα τους έχουν μικρή επίδραση, εκτός αν συνυπάρχουν με κατάθλιψη, όπου ο κίνδυνος νοσηλείας και θανάτου αυξάνεται σημαντικά.

Σε άτομα με απινιδωτή (ICD), το άγχος ήταν ισχυρός προγνωστικός παράγοντας θανάτου, με OR = 4,17 σε εθνική συγχρονική (cross-sectional) μελέτη στη Δανία.

Επίδραση του άγχους στην αυτοφροντίδα και συμμόρφωση

Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι, σε αντίθεση με την κατάθλιψη, το άγχος μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να ενθαρρύνει τη συμμόρφωση (π.χ. στην τήρηση φαρμακευτικής αγωγής) και να έχει θετική επίδραση στην κλινική πορεία των ατόμων με καρδιαγγειακή νόσο (CVD). Ωστόσο, οι αγχώδεις διαταραχές συνδέονται περισσότερο με: ανθυγιεινό τρόπο ζωής, χαμηλή συμμόρφωση στις τροποποιήσεις του τρόπου ζωής, μειωμένη συμμετοχή σε προγράμματα καρδιακής αποκατάστασης (ECR). Μία πιθανή εξήγηση για αυτή την αντίφαση είναι ότι τα άτομα με άγχος έχουν την τάση να αποφεύγουν υπενθυμίσεις της ασθένειας.

Επιμέλεια: Κωστάκη Αρτεμησία, Ειδικός Καρδιολόγος

Περισσότερα Άρθρα

Σχετικά Άρθρα

Νέες Δημοσιεύσεις

Δύο νέα προγράμματα προληπτικών εξετάσεων για παχυσαρκία και νεφρική δυσλειτουργία

Το δεύτερο πρόγραμμα αφορά την πρόληψη της νεφρικής δυσλειτουργίας για τους πολίτες που έχουν διαγνωστεί με υπέρταση, διαβήτη ή καρδιοπάθειες Στα δύο νέα προγράμματα προληπτικών...

Ξεκινάει ο εμβολιασμός κατά της εποχικής γρίπης

Τη σημασία του έγκαιρου αντιγριπικού εμβολιασμού, τονίζει το υπουργείο Υγείας και ειδικά για όσους ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου. Ο έγκαιρος εμβολιασμός προστατεύει αποτελεσματικά...

Ορθοστατική υπόταση: Πότε εμφανίζεται και σε ποιες περιπτώσεις εμπνέει ανησυχία

Η ορθοστατική υπόταση αποτελεί μια διαταραχή της αρτηριακής πίεσης, η οποία εκδηλώνεται με σημαντική πτώση της συστολικής ή της διαστολικής πίεσης κατά τη μετάβαση από την ύπτια ή...

Ετικέτες