Οι ασθενείς με ιστορικό COVID-19 λοίμωξης έχουν 88% μειωμένο κίνδυνο νοσηλείας για τουλάχιστον 10 μήνες συγκριτικά με αυτούς που δεν έχουν ιστορικό μόλυνσης με τον ιό, όπως υποστηρίζει μία νέα μεγάλη μελέτη και μετα-ανάλυση που δημοσιεύτηκε προσφάτως στο επιστημονικό περιοδικό The Lancet.
Η ανάλυση έδειξε επίσης ότι η διάρκεια και η ισχύς της προστασίας από το ιστορικό λοίμωξης είναι συγκρίσιμη με αυτή που προσφέρουν οι δύο δόσεις των εμβολίων mRNA της Pfizer ή της Moderna. Ένας περιορισμός της έρευνας ήταν ότι εξέτασε δεδομένα μέχρι την εμφάνιση της παραλλαγής ΒΑ.1 του στελέχους Όμικρον, επομένως δεν έχει πληροφορία για νεότερες παραλλαγές της Όμικρον, όπως η XBB.
«Ο εμβολιασμός αποτελεί ακόμα τον ευκολότερο τρόπο να αποκτήσουμε ανοσία στον SARS-CoV-2. Η ανοσία από το ιστορικό λοίμωξης, αν και είναι εξίσου ισχυρή, συνοδεύεται από περισσότερους κινδύνους σε σχέση με τον εμβολιασμό», υποστήριξαν οι συγγραφείς της μελέτης.
«Τα εμβόλια συνεχίζουν να αποτελούν το σημαντικότερο μέτρο πρόληψης για τις ευπαθείς ομάδες, όπως για παράδειγμα τους ηλικιωμένους άνω των 60 και τους ασθενείς με χρόνιες νόσους. Οι φορείς υγείας θα πρέπει να εξετάζουν τόσο το ιστορικό λοίμωξης όσο και το ιστορικό εμβολιασμού ενός ατόμου για να εκτιμήσουν την ανοσία του στον SARS-CoV-2», τόνισε η ομάδα.
Από τον Ιανουάριο του 2021 άρχισαν να δημοσιεύονται αρκετές μελέτες και αναλύσεις σχετικά με την ανοσία που προσφέρει το ιστορικό λοίμωξης και πόσο αυτή μπορεί να προστατεύσει από μελλοντικές λοιμώξεις. Ωστόσο καμία μελέτη δεν κατάφερε να προσδιορίσει ακριβώς ποια είναι η διάρκεια της προστασίας αυτής και πόσο ισχυρή είναι ενάντια σε διαφορετικές παραλλαγές του ιού.
Θέλοντας να εξερευνήσουν περισσότερο τα δύο παραπάνω ερωτήματα, οι επιστήμονες της παρούσας μελέτης έκαναν μία μελέτη και μετα-ανάλυση στην οποία εξέτασαν τα αποτελέσματα προηγουμένων ερευνών. Όλες οι έρευνες που συμπεριελήφθησαν στην παρούσα ανάλυση είχαν εξετάσει το ποσοστό μείωσης του κινδύνου COVID-19 συγκριτικά ανάμεσα σε ανεμβολίαστα άτομα που είχαν και ανεμβολίαστα άτομα που δεν είχαν ιστορικό COVID-19.
Η επιστημονική ομάδα εξέτασε συνολικά 65 έρευνες από 19 χώρες και προσδιόρισε την προστασία που προσφέρει το ιστορικό λοίμωξης από τη συμπτωματική νόσο και τα σοβαρά συμπτώματα. Η ομάδα έκανε εξέτασε επίσης πως διαφοροποιούνται τα παραπάνω αποτελέσματα ανάλογα με το κάθε στέλεχος του SARS-CoV-2, καθώς και το χρόνο που έχει περάσει από τη μόλυνση με τον ιό.
Η Ανοσία Φθίνει Σταδιακά
Η ανάλυση των δεδομένων από 21 έρευνες που είχαν ασχοληθεί με την ισχύ της ανοσίας και πως αυτή διαμορφώνεται με το χρόνο, έδειξε ότι η λοίμωξη από ένα στέλεχος του SARS-CoV-2 πριν το στέλεχος Όμικρον προσφέρει προστασία από τη συμπτωματική νόσο η οποία φτάνει το 85% 1 μήνα μετά την έκθεση στον ιό. Στους 10 μήνες, το ποσοστό αυτό έχει περιοριστεί στο 79%.
Η έρευνα διαπίστωσε, ωστόσο, ότι τα ποσοστά αυτά διαφοροποιούνται για το στέλεχος Όμικρον. Συγκεκριμένα, όσοι νόσησαν από στελέχη πριν το Όμικρον έχουν 74% προστασία από την παραλλαγή ΒΑ.1 στον 1 μήνα και το ποσοστό αυτό περιορίζεται στο 36% στους 10 μήνες.
Τα παραπάνω ποσοστά, όπως προαναφέρθηκε, αφορούν την προστασία από τη συμπτωματική νόσο. Αντιθέτως, η προστασία από τα σοβαρά συμπτώματα παραμένει υψηλή ανεξαρτήτως στελέχους. Για παράδειγμα, το ιστορικό λοίμωξης από οποιοδήποτε στέλεχος μειώνει τον κίνδυνο σοβαρών συμπτωμάτων κατά 90% για το αρχικό στέλεχος, το στέλεχος Άλφα και το στέλεχος Δέλτα και κατά 88% για το στέλεχος Όμικρον.
Έξι έρευνες που εξέτασαν την προστασία για τις παραλλαγές ΒΑ.2 και ΒΑ.4/ΒΑ.5 του στελέχους Όμικρον, παρατήρησαν ότι αυτή είναι σχετικά χαμηλή, ιδιαίτερα αν το ιστορικό λοίμωξης αφορά κάποιο στέλεχος πριν το Όμικρον.
«Η μειωμένη προστασία που προσφέρουν τα προηγούμενα στελέχη για της λοιμώξεις από το στέλεχος Όμικρον αναδεικνύουν για ακόμα μία φορά το μεγάλο αριθμό μεταλλάξεων στο τελευταίο στέλεχος της πανδημίας. Σήμερα, οι παραλλαγές της Όμικρον έχουν μολύνει περίπου το 46% του παγκοσμίου πληθυσμού, επομένως είναι σημαντικό να γίνονται συνέχεια μελέτες που θα παρακολουθούν την ανοσία για κάθε παραλλαγή. Οι έρευνες αυτές θα πρέπει να εξετάσουν επίσης την υβριδική ανοσία», εξήγησε η ομάδα της μελέτης.
Ένας περιορισμός της παρούσας ανάλυσης ήταν ότι ο αριθμός των ερευνών που είχαν δεδομένα για πιο πρόσφατες παραλλαγές της Όμικρον ήταν πολύ χαμηλός. Τέλος, οι έρευνες δεν είχαν δεδομένα για την προστασία από τις λοιμώξεις μετά τους 10 μήνες.
Επιμέλεια: Αντώνιος Δημητρακόπουλος MD, PhD, Ειδικός Παθολόγος Διευθυντής Γ’ Παθολογικής Κλινικής Ερρίκος Ντυνάν HC, ΕΔΙΠ Παθολογίας-Ανοσολογίας Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ