Η μουσική υπήρξε ένα από τα ελάχιστα φαινόμενα που είχε καθολική παρουσία στη διάρκεια της ανθρώπινης εξέλιξης, εμφανιζόμενη σε όλους τους γνωστούς πολιτισμούς ανά την υφήλιο. Αυτή η καθολικότητα δεν μπορεί παρά να υποδηλώνει τον νευραλγικό ρόλο που συντέλεσε στην πολιτισμική και πνευματική πορεία του ανθρώπου αλλά και στον εμπλουτισμό της ίδιας της ανθρώπινης ψυχολογίας.
Τα τελευταία χρόνια, επιστήμονες από διάφορους κλάδους όπως αυτός των νευροεπιστημών, έχουν στρέψει το ενδιαφέρον τους στη μελέτη της μουσικής και στο πως αυτή αλληλοεπιδρά στον εγκέφαλο του ανθρώπου. Στόχος τους είναι να κατανοήσουν πως αυτή επηρεάζει το νευρικό σύστημα του μουσικού δημιουργού ή του ακροατή από όποιο χώρο/μέσον και αν αυτός την απολαμβάνει. Τέλος, τα διαφορετικά είδη μουσικής επιδρούν με άλλον τρόπο στον εγκέφαλο ή δεν έχει σημασία τι μουσική επιλέγουμε να ακούσουμε;
Το Pint of Science ζήτησε από τρεις διακεκριμένους επιστήμονες του χώρου να μας εξηγήσουν με σύντομο και περιεκτικό τρόπο ποια είναι τα ευρήματα μέχρι στιγμής από την έρευνα αυτή. Τους ευχαριστούμε πολύ για την άμεση ανταπόκριση τους καθώς και για τον χρόνο που αφιέρωσαν στην εμβάθυνση του ενδιαφέροντος αυτού θέματος.
Γενικά οι επιδράσεις της μουσικής στον ανθρώπινο εγκέφαλο σχετίζονται με το κατά πόσον υπάρχει οικειότητα με την μουσική που ακούμε και κατά πόσον η μουσική που ακούμε ανήκει σε μουσικό είδος που μας αρέσει ή δεν μας αρέσει. Επίσης είναι σημαντικό αν ανήκουμε ή όχι στην μουσική κουλτούρα της μουσικής που ακούμε. Για παράδειγμα αν ένας άνθρωπος έχει ανατραφεί σε πολιτιστικό περιβάλλον με παραδοσιακή μουσική και του αρέσει πχ το ηχόχρωμα του ηπειρώτικου κλαρίνου τότε νοιώθει συναισθήματα χαράς και ευεξίας όταν ακούει το παραδοσιακό κλαρίνο και μάλλον δυσάρεστα (δεν νοιώθει οικεία) αν ακούσει πχ ένα κλασικό Adagio του W. A Mozart.
Όταν νοιώθουμε ευχάριστα ακούγοντας ένα μουσικό έργο που μας αρέσει ο εγκέφαλος παράγει μεγάλες δόσεις ντοπαμίνης, μιας νευροορμόνης που μας προκαλεί η αύξηση των επιπέδων της, αυτό το ευχάριστο συναίσθημα. Γενικά μια ήρεμη, χαλαρή, ονειρική μουσική (δεν αφορά αυτό για όλους το ίδιο μουσικό είδος) μέσω της επίδρασης της στον εγκέφαλο μπορεί να μειώνει επίσης τους καρδιακούς παλμούς ή την αρτηριακή πίεση. Αυτή η χαλαρωτική δράση σχετίζεται και με την αύξηση παραγωγής νευροορμονών που προκαλούν αίσθημα ευεξίας-ικανοποίησης (βλ. ωκυτοκίνη και σεροτονίνη).
Η μουσική που μας αρέσει και μας χαλαρώνει ελαττώνει το άγχος και το stress και μειώνει τα επίπεδα των νευροορμονών που σχετίζονται με το stress (βλ. κορτιζόλη και αδρεναλίνη). Άρα πρακτικά δεν έχει τόσο σημασία το μουσικό είδος όσον αφορά την επίδραση της μουσικής ακρόασης στον εγκέφαλο μας όσο η επιλογή μουσικού είδους που μας αρέσει ή δεν μας αρέσει.
Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να ανατρέξετε στον παρακάτω σύνδεσμο:
(*) Ο Θανάσης Δρίτσας είναι συγγραφέας του βιβλίου Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΩΣ ΦΑΡΜΑΚΟ, εκδόσεις Παπαζήση (2018)
Θανάσης Δρίτσας(*) Καρδιολόγος, Αναπληρωτής Διευθυντής, Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο, Συνθέτης και Συγγραφέας. Διακεκριμένο Μέλος της International Association of Music Medicine (IAMM)
Ανδρέας Α. Ιωαννίδης Director, Lab. For Human Brain Dynamics, AAI Scientific Cultural Services Ltd-Λευκωσία/Κύπρος
Η μουσική εξελίσσεται μέσα στον χρόνο και ορίζεται από ιδιότητες με άμεση σχέση με τον χρόνο: το μέτρο που την διέπει, τον ρυθμό που η ίδια μεταδίδει και τα μόρια (δηλαδή τις νότες) που χρησιμοποιεί. Οι νότες ορίζονται από την ένταση τους και τις καθαρά χρονικές τους ιδιότητες, δηλαδή την βασική τους συχνότητα και την διάρκεια τους. Γνωρίζουμε ήδη αρκετά πώς και πού στον εγκέφαλο η κάθε μια από αυτές τις ιδιότητες αναλύεται. Γνωρίζουμε επίσης ότι η ανάλυση της μουσικής στον εγκέφαλο αρχίζει με την ακοή και εμπλέκει την αίσθηση και την κίνηση του σώματος.
Η ανίχνευση και ανάλυση του μουσικού ερεθίσματος γίνεται από τις περιοχές του εγκεφάλου που αναγνωρίζουν και αναλύουν τους ήχους της φύσης. Παράλληλα η επεξεργασία της μουσικής στον εγκέφαλο ενεργοποιεί σωματαισθητικές και κινητικές περιοχές του εγκεφάλου χαρίζοντας έτσι στον άνθρωπο την ικανότητα να συν-κινείται από τον ρυθμό και ταυτόχρονα συν-πορεύεται με μια νοητή αίσθηση της κίνησης σε διακυμάνσεις μεταξύ της αίσθησης και της κίνησης του σώματος και της συνεχώς ανανεούμενης ιδέας, δηλαδή μιας καθαρά νοητικής κίνησης σε ένα αφηρημένο άϋλο σώμα (που δημιουργείται από την διέγερση μιας ομάδας περιοχών του εγκεφάλου που περιλαμβάνει τον αισθητικό και κινητικό φλοιό). Έτσι σαν μια πρώτη περίληψη, η πρώτη επίδραση της μουσικής στον ανθρώπινο εγκέφαλο είναι η δημιουργία μιας αίσθησης της φύσης και του σώματος που μπορεί να πάρει πολλές αποχρώσεις ανάλογα με το είδος της μουσικής και την διάθεση του ακροατή την δεδομένη στιγμή.
Η μελωδία, δηλαδή η αλληλουχία από νότες στον χρόνο δημιουργεί μέσα στο πλαίσιο που περιγράψαμε πιο πάνω αφηρημένες ενότητες που όπως μια πρόταση, ένα όνομα η μια εικόνα μπορούν να φυλαχτούν στην μνήμη. Η μουσική μνήμη έχει την δύναμη να αγγίξει με μοναδικό τρόπο την διάθεση και το συναίσθημα. Η μουσική κτίζει με αυτόν τον τρόπο ένα μοναδικό κανάλι επικοινωνίας με τον εαυτό του ακροατή της και με την ομάδα στην οποία ανήκει. Το κανάλι της μουσικής αγγίζει αυτό που οι λέξεις δεν μπορούν να αδράξουν και έτσι διαφέρει και συμπληρώνει το κανάλι της γλώσσας. Σαν μια δεύτερη περίληψη, βλέπουμε πως η μουσική με βάση την μνήμη και το συναίσθημα προσφέρει στο άτομο και την ομάδα ένα μοναδικό τρόπο έκφρασης της παρούσας στιγμής και ανάλογα με το είδος της μουσικής, της κατάστασης και προϊστορίας του ατόμου μπορεί να δράσει σαν βάλσαμο και να κλείσει πληγές, να πανηγυρίσει τον θρίαμβο της ύπαρξης ή να παρακινήσει και ακόμη να επιβάλει την ατομική ή συλλογική δράση.
Όπως είπαμε στην αρχή, η μουσική εξελίσσεται μέσα στον χρόνο, αλλά έχει την δύναμη να σπάει τα δεσμά του χρόνου. Με πινέλα τον ρυθμό και την μελωδία η μουσική ζωγραφίζει εικόνες μέσα στον χρόνο που μένουν πετρωμένες στην μνήμη, έτοιμες όμως να ζωντανέψουν σε κάθε νέο άκουσμα και να ξαναζήσουν μια νέα ζωή. Πως μπορούμε λοιπόν να εξετάσουμε επιστημονικά κάτι που μεταβάλλεται κάθε φορά που εκτελείται από τον ερμηνευτή και ακόμη, όταν η ίδια η εκτέλεση επαναλαμβάνεται ατόφια δημιουργεί καινούργια αντίδραση στον δέκτη της; Με μηχανική ανάλυση του ήχου μπορούμε να δημιουργήσουμε για κάθε μουσική εκτέλεση κάθε κομματιού μουσικής μια μαθηματική δυσδιάστατη εικόνα που περιγράφει τα χαρακτηριστικά της μουσικής που την δημιούργησε. Η ίδια συστηματική ανάλυση μπορεί να γίνει για την δραστηριότητα σε κάθε σημείο του εγκεφάλου όταν κάποιος ακούει μουσική. Με αυτόν τον τρόπο είναι δυνατόν να συγκρίνουμε τις αντικειμενικές εικόνες από την μαθηματική ανάλυση του ήχου της μουσικής και των τοπικών διεγέρσεων που η ακρόαση της ίδιας μουσικής δημιουργεί στον εγκέφαλο. Έτσι μπορέσαμε να δείξουμε ότι ο εγκέφαλος κάνει μια τέτοια ανάλυση και να θέσουμε το ερώτημα σε ποια, ή ποιες περιοχές αυτή η ανάλυση γίνεται. Η απάντηση ήταν απρόσμενη, αλλά άκρως ικανοποιητική.
Μια περιοχή στον ατρακτοειδή έλικα αναγνωρίζει την μουσική εικόνα στον εγκέφαλο και είναι ή ίδια περιοχή που αναγνωρίζει μια πολύπλοκη οπτική εικόνα. Με λίγα λόγια η ίδια περιοχή του εγκεφάλου εμπλέκεται στην τελική ανάλυση εξωτερικών ερεθισμάτων ανεξάρτητα εάν αυτά αρχίζουν σαν οπτικά ερεθίσματα στα μάτια ή ακουστικά ερεθίσματα στα αυτιά! Η περιοχή αυτή έχει δυνατές συνδέσεις με περιοχές όπως τα αμύγδαλα που ελέγχουν την διάθεση και το συναίσθημα και τις περιοχές που ενεργοποιούνται όταν θυμόμαστε. Καταλήγουμε έτσι στο συμπέρασμα ότι ο εγκέφαλος αντιδρά στο ερέθισμα της τέχνης αδιαφορώντας για την αρχική προέλευση, αναζητώντας στην μνήμη και το συναίσθημα την ουσία που ξεφεύγει τα δέσμια του λόγου.
Γιώργος Κωστελέτος
Δρ. Φιλοσοφίας, εντεταλμένος ερευνητής Ιατρικής Σχολής (Αιγινήτειο Νοσοκομείο) Ειδικός μεταδιδακτορικός ερευνητής, συνεργαζόμενος με το τμήμα Φιλοσοφίας και το τμήμα Μουσικών Σπουδών ΕΚΠΑ
Στην ερώτησή μας αυτή o δρ Γιώργος Κωστελέτος μάς έστειλε μια πολύ εκτενή και ενδιαφέρουσα απάντηση με, από το οποίο απομονώσαμε κάποιο πολύ συγκεκριμένα κομμάτια. Το πλήρες κείμενο –με τη μορφή άρθρου- μπορεί κανείς να το αναζητήσει στο https://drive.google.com/file/d/10TZKgoLkTrmQTNzFxFTipOcWw1e6IpFB/view?usp=sharing
Η μουσική είναι ένα πολυδιάστατο φαινόμενο και ως εκ τούτου η έρευνά της καταλήγει να είναι πολύ-επίπεδη. Καταρχάς, η μουσική δύναται να μελετηθεί ως ένα καθαρά ηχητικό σήμα, ως συνάθροιση βασικών ηχητικών δομικών μονάδων και χαρακτηριστικών, όπως η ένταση, η χροιά, το συχνοτικό περιεχόμενο, ο ρυθμός, το τέμπο κλπ. Δύναται, επίσης, να μελετηθεί σε ένα ανώτερο επίπεδο δομών, επομένως και εγκεφαλικών διεργασιών, ως ‘μουσικό σήμα’.
Η άποψη ότι συγκεκριμένα είδη μουσικής δύναται να έχουν αντίστοιχα συγκεκριμένες επιδράσεις στον εγκέφαλο διατυπώθηκε λόγω μιας σειράς πειραμάτων που έλαβαν χώρα στις αρχές της δεκαετίας του 90’ και φάνηκε να καταδεικνύουν τη θετική επίδραση της μουσικής του Mozart στις γνωσιακές δυνατότητες των παιδιών. Αυτή η υποτιθέμενη θετική επίδραση έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό ως ‘Mozart effect’. Ωστόσο, δύο μεταγενέστερες μετα-αναλυτικές μελέτες που ανέλυσαν όλα τα ανάλογα πειράματα που έλαβαν χώρα εντός της δεκαετίας που ακολούθησε, ανέδειξαν μια ασάφεια περί του ζητήματος, καθώς σε αρκετά από αυτά τα πειράματα η μoυσική του Mozart οδήγησε σε αντίθετα αποτελέσματα-ήτοι σε απομείωση των γνωσιακών επιδόσεων σε διάφορες δοκιμασίες μαθηματικής και χωρο-χρονικής νοημοσύνης- ενώ άλλα είδη μουσικής αλλά και μη μουσικά ερεθίσματα (όπως η ανάγνωση βιβλίων) οδήγησαν σε θετικές επιδράσεις. Αυτή η ‘ασάφεια’ των αποτελεσμάτων οδήγησε τους ερευνητές στην οριστική εγκατάλειψη της θεωρίας του ‘Mozart Effect’ και στη διερεύνηση άλλων αιτίων.
Τελικά, μεταγενέστερες πειραματικές έρευνες κατέδειξαν μια θετική συσχέτιση των γνωσιακών επιδόσεων με τα θετικά συναισθήματα εν γένει, είτε αυτά έχουν εγερθεί από τη μουσική είτε από άλλα ερεθίσματα. Οι γνωσιακές επιδόσεις μας αυξάνονται όταν εκτιθέμεθα σε ερεθίσματα που μας εγείρουν θετικά συναισθήματα. Αντίστοιχα, ως προς τη μουσική, φάνηκε ότι αυτή μπορεί να αυξήσει τις επιδόσεις μας σε διάφορες γνωσιακές δοκιμασίες (π.χ. επίλυση μαθηματικών προβλημάτων ή προβλημάτων λογικής, επίλυση δοκιμασιών χωρο-χρονικής νοημοσύνης κλπ.) δια της έγερσης θετικών συναισθημάτων.
Απαντώντας, λοιπόν, στο πιο πάνω ερώτημα σχετικά με το ποιο είδος μουσικής θα έφερε τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα κατά την εμπλοκή μας με τη μουσική για καθένα από τους παρακάτω τέσσερις λόγους (ρύθμιση της συναισθηματικής μας κατάστασης/ρύθμιση των γνωσιακών μας λειτουργιών και διανοητική ικανοποίηση/ απόκτηση και ενίσχυση κοινωνικών δεσμών/ έκφραση και εκτόνωση μέσω της φυσικής κίνησης) αλλά και σε σχέση με τις διάφορες θεραπευτικές χρήσεις, θα λέγαμε ότι, βάσει των έως τώρα ερευνητικών ευρημάτων, δε φαίνεται να υπάρχει ένα συγκεκριμένο είδος μουσικής. Η καταλληλότερη μουσική φαίνεται πως είναι αυτή που μας εγείρει θετικά συναισθήματα λόγω συνειρμών, μνημονικών επεισοδίων, εξαρτημένης μάθησης και μουσικών προτιμήσεων.
H φύση του μουσικού φαινομένου είναι εξόχως σύνθετη, εμπλέκοντας πλήθος διαφορετικών παραγόντων και ως εκ τούτου τα σχετικά με τη μουσική επιστημονικά ερωτήματα δεν έλκουν μονοσήμαντες απαντήσεις.
Για το Pint of Science
Ελένη Γραμματικοπούλου
Αλέξανδρος Μωρέλας