Η καρδιοαγγειακή νόσος αποτελεί μια από τις κύριες αιτίες θανάτου, τόσο στον αναπτυγμένο όσο και στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας ένας στους τρείς θανάτους οφείλεται σε καρδιοαγγειακή νόσο (συμπεριλαμβανομένων των αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων). Το 2020 κατεγράφησαν 25 εκατ θάνατοι,. Ο αριθμός θανάτων οφειλόμενος σε καρδιοαγγειακή νόσο είναι 6πλάσιος του αντίστοιχου αριθμού οφειλόμενων στο ΗIV/AIDS. Στις χαμηλού/ μέσου εισοδήματος χώρες παρατηρείται το 80% των θανάτων. Σε παγκόσμιο επίπεδο υπολογίζεται ότι συμβαίνει ένα καρδιακό επεισόδιο ανά 4 δευτερόλεπτα και ένα αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο ανά 5 δευτερόλεπτα.
Στην Ελλάδα το ποσοστό των θανάτων που αποδίδεται άμεσα στην καρδιακή νόσο ανέρχεται σε 31% σύμφωνα με την Στατιστική Επετηρίδα της ΕΣΥΕ. Για να το παρουσιάσουμε αυτό πιο παραστατικά, για κάθε 100 ανθρώπους που πεθαίνουν, οι 31 πεθαίνουν λόγω καρδιακής νόσου. Αντίθετα, ο καρκίνος, που αποτελεί την πιο μισητή ασθένεια για τον κόσμο, είναι υπεύθυνος για το 25% των ολικών θανάτων, στην χώρα μας. Χαρακτηριστικό είναι ότι η θνησιμότητα από στεφανιαία νόσο μεταβάλλεται από χώρα σε χώρα. Για παράδειγμα η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας αναφέρει ότι η ανδρική θνησιμότητα είναι μεγαλύτερη στις Βόρειες Ευρωπαϊκές χώρες, και μικρότερη στις Νότιες Ευρωπαϊκές και στην Ιαπωνία και Κίνα.
Η θνησιμότητα από στεφανιαία νόσο μεταβάλλεται ανάλογα και με την ηλικία. Με βάση στοιχεία της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας η επικρατούσα ηλικιακή κατηγορία σους άνδρες είναι περί τα 70 – 75 έτη, ενώ στις γυναίκες μια δεκαετία αργότερα.
Από συγκριτικά στοιχεία της ΕΣΥΕ για το χρονικό διάστημα 1960 – 2000 προκύπτει ότι η καρδιακή νόσος ως αιτία θανάτου στον ελληνικό πληθυσμό παρουσιάζει ιδιαίτερη αύξηση στους άνδρες, ενώ μικρή, μη-αξιοσημείωτη, αύξηση παρουσιάζει και στις γυναίκες. Η παρατήρηση αυτή πρέπει να μελετηθεί με ιδιαίτερο σκεπτικισμό γιατί στα χρόνια αυτά που πέρασαν έχουν γίνει πολλές βελτιώσεις στα κριτήρια διάγνωσης της καρδιακής νόσου, που θα μπορούσαν να αλλοιώσουν την προαναφερθείσα παρατήρηση.
Που βρίσκομαστε όμως σήμερα 20 χρόνια μετά τις πρωτες παρατηρήσεις ;
Ο Ρόλος των Παραγόντων Κινδύνου
Τα τελευταία χρόνια έχει αναγνωριστεί το γεγονός, ότι η καρδιακή νόσος ξεκινά από τη νεαρή ηλικία (μέσα στην πρώτη δεκαετία της ζωής) και εξελίσσεται σιωπηρά για δεκαετίες. Τα συμπτώματα συνήθως εμφανίζονται γύρω στην 5η με 6η δεκαετία της ζωής. Είναι επίσης εμφανές ότι η καρδιακή νόσος δεν είναι αναπόφευκτη. Στην πραγματικότητα, είναι αποτέλεσμα συγκεκριμένων συνηθειών ζωής, οι οποίες αν υποστούν αλλαγή ή τροποποίηση η νόσος μπορεί να προληφθεί ή έστω να διακοπεί η πορεία της. Τις τελευταίες δεκαετίες πολλές διεθνείς επιδημιολογικές μελέτες έχουν διερευνήσει το αιτιολογικό σύμπλεγμα της στεφανιαίας νόσου αναδεικνύοντας διάφορους παράγοντες κινδύνου, μερικοί εκ των οποίων συνδέονται άμεσα με το σύγχρονο τρόπο ζωής. Δεν είναι υπερβολή να λεχθεί ότι η αναγνώριση μετρήσιμων μεγεθών που σχετίζονται με τη στεφανιαία νόσο αποτελεί μία από τις σημαντικότερες προόδους στη σύγχρονη καρδιολογία. Τα μετρήσιμα μεγέθη, οι παράγοντες κινδύνου δηλαδή, είναι σημαντικοί για δύο λόγους:
- Είναι καθοριστικοί για την εκτίμηση του βαθμού του κινδύνου που διατρέχει ένα άτομο για την μελλοντική εμφάνιση στεφανιαίας νόσου και
- Αποτελούν στόχο θεραπευτικών παρεμβάσεων.
Παράγοντες που σχετίζονται με τη καρδιακή νόσο και αποδίδονται στο σύγχρονο τρόπο ζωής θεωρούνται:
- η ανθυγιεινή διατροφή,
- η παχυσαρκία,
- τα αυξημένα επίπεδα λιπιδίων,
- η υπέρταση,
- το κάπνισμα,
- η έλλειψη σωματικής δραστηριότητας,
- το ψυχο-κοινωνικό άγχος και η κατάθλιψη,
- καθώς επίσης και το χαμηλό κοινωνικό-οικονομικό επίπεδο των ανθρώπων.
Η διερεύνηση των παραγόντων καρδιοαγγειακού κινδύνου, στον Ελληνικό πληθυσμό, έχει απασχολήσει, κατά καιρούς, διάφορους ερευνητές.». Η κατανομή των προαναφερθέντων παραγόντων κινδύνου to 2000 από τα στοιχεία της μελέτης ΑΤΤΙΚΗ ήταν απογοητευτική για τον πληθυσμό μας. Πιο συγκεκριμένα πριν 20 έτη :
- 5/10 άνδρες και 4/10 γυναίκες δήλωσαν καπνιστές,
- 6/10 άνδρες και γυναίκες δεν ασκούνταν καθόλου,
- περίπου 4//10 άνδρες και γυναίκες είχαν αυξημένα επίπεδα λιπιδίων,
- περίπου 2/10 άνδρες και 3/10 γυναίκες παρουσίαζαν καταθλιπτικά συμπτώματα,
- ενώ 2/10 άνδρες και λίγο περισσότερες από 1/10 γυναίκες ήταν παχύσαρκοι.
- Ενώ 3/10 ήταν υπερτασικοί
- Τέλος, λιγότεροι από 4/10 άνδρες και γυναίκες βρέθηκαν να υιοθετούν την πατροπαράδοτη Μεσογειακή διατροφή, που έχει δείξει να έχει ιδιαίτερες καρδιοπροστατευτικές ιδιότητες.
Εικοσι χρόνια μετά, ο δια βίου κίνδυνος για την εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου στον ‘άνδρα και στην γυναίκα των 40 ετών παραμένει υψηλός. (68% και 63% αντίστοιχα) Ιδίως τα άτομα ηλικίας κάτω των 55 ετών βρίσκονται σε υψηλότερο κίνδυνο, κυρίως όταν υπολογίζονται τα χαμένα παραγωγικά έτη ζωής (DALYs), υποδηλώνοντας την αθροιστική δράση παραγόντων κινδύνου που δεν έχουν καταπολεμηθεί επαρκώς τα προηγούμενα έτη
Ποιά ειναι τα μέσα πρόληψης που έχουμε
Αν και έχει συγκεντρωθεί ένας μεγάλος όγκος επιστημονικών στοιχείων που αποδεικνύουν την αποτελεσματικότητα της πρόληψης των προαναφερθέντων παραγόντων κινδύνου, εν τούτοις οι θεραπευτικές παρεμβάσεις πρόληψης της καρδιακής νόσου δεν έχουν λάβει την έκταση που θα δικαιολογούνταν από την αποτελεσματικότητά τους στη μείωση των καρδιαγγειακών επεισοδίων σε παγκόσμιο επίπεδο. Η Πολιτεία έχει καθοριστικό ρόλο στην υπεράσπιση του δικαιώματος του πολίτη στη ενημέρωση, και στην πρόσβαση στην παροχή συμβουλευτική και θεραπευτικής αγωγής. Τα τελευταία χρόνια οι εφαρμογές ψηφιακής Υγεία δείχνουν να μπορούν να βοηθήσουν στην πρόληψη αλλά και στην παρακολούθηση της χρόνιας καρδιαγγειακής νόσου. Τα μέχρι τώρα δεδομένα από τη χρήση ψηφιακών εφαρμογών υγείας έχουν αναδείξει βελτίωση της αυτοδιαχείρισης της νόσου, της συμμόρφωσης στην φαρμακευτική αγωγή και στην μείωση των επισκέψεων σε Νοσηλευτικά Ιδρύματα. Οι επαγγελματίες υγείας έχουν αναγνωρίσει πεδία που χρίζουν βελτίωσης, όπως στον σχεδιασμό, στην ευκολία χρήσης, στο παρεχόμενο περιεχόμενο που πρέπει να ανανεώνεται, στην ουσιαστική χρησιμότητα, και βέβαια στην διασφάλιση της εμπιστευτικότητας των προσωπικών ιατρικών και κοινωνικοοικονομικών δεδομένων. Ποιος όμως είναι ο ρόλος των Επιστημονικών Εταιρειών;
Η Ελληνική Καρδιολογική Εταιρεία στα σχεδόν 80 έτη λειτουργία της, υπό την Διοίκηση αξιόλογων προσωπικοτήτων της Καρδιολογικής κοινότητας, έχει κατακτήσει Εθνική και Διεθνή αναγνώριση ως μια κορυφαία Επιστημονική Εταιρεία του Ιατρικού χώρου, επιδεικνύοντας συνεχή δραστηριότητα στους τομείς της εκπαίδευσης, προαγωγής της καρδιαγγειακής πρόληψης, χρηματοδότησης της έρευνας και συνεχούς επιμόρφωσης των μελών της, . Η δημιουργία καταγραφών τα τελευταία χρόνια αποτυπώνει τον χάρτη της καρδιαγγειακής Υγείας του Ελληνικού πληθυσμού, η παρακολούθηση και προαγωγή δημιουργίας κέντρων προσφοράς άμεσης επεμβατικής θεραπείας στο οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, η υποστήριξη των ακριτικών περιοχών, η συνεχής ενημέρωση κοινού χρησιμοποιώντας τον Τυπο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ακόμα και κατά την εποχή της πανδημίας του COVID19, είναι μερικές από τις δράσεις της . Από τους σημαντικούς στόχους της ΕΚΕ είναι η δημιουργία κεντρικού προγράμματος παρακολούθησης και διασύνδεσης ασθενών σε απομακρυσμένες περιοχές της χώρας (νησιωτική Ελλάδα) με την βοήθεια οργανωμένου συστήματος τηλεϊατρικής με σταθμούς σε κεντρικά κέντρα.
Συνεπώς υπάρχει πολύ πεδίο δράσης, καθώς η Καρδιολογία και η Καρδιαγγειακή ιατρική γενικότερα έχει επεκταθεί σε πολλά κλινικά και ερευνητικά πεδία, που καθιστά την διεπιστημονική συνεργασία με άλλες Επιστημονικές Εταιρείες πολύ σημαντική και έχει ήδη ξεκινήσει τα τελευταία χρόνια. Ο στόχος είναι η συμμετοχή σε ειδικά προγράμματα που θα έχουν συλλογικό ρόλο υποβολής θέσεων στην Πολιτεία, με κοινές εκπαιδευτικές δράσεις αλλά και δημιουργία κειμένων συμφωνίας ειδικών σε Νοσήματα κοινού διαγνωστικού και θεραπευτικού ενδιαφέροντος με άλλα Επιστημονικά πεδία. Σήμερα πιο επιτακτικά η στενή συνεργασία της ΕΚΕ με όργανα της Πολιτείας, είναι απαραίτητη.
Επιμέλεια: Γεώργιος Ε. Κοχιαδάκης, Καθηγητής Καρδιολογίας, Κοσμήτορας Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Κρήτης, Πρόεδρος Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας